Η ταινία αφορά στις διακοπές πατέρα – κόρης σε all inclusive ξενοδοχείο στην Τουρκία και είναι από την αρχή μέχρι το τέλος, αυτή η ιστορία. Τίποτα άλλο! Μην περιμένετε να δείτε την ‘Τελευταία Έξοδο: Ρίτα Χέιγουορθ’, εδώ τα πράγματα είναι ήσυχα και πηγάζουν από μέσα με ένα αφηγηματικό τρόπο που ψελλίζει για να επικοινωνήσει και δεν λέει όσα αισθάνεται, αλλά στο τέλος της ημέρας μαθαίνει, γνωρίζει, αποδέχεται, συγχωρεί για χάρη της μνήμης. Στο είδος του συγκεκριμένου σινεμά ανήκει και το ᾽Somewhere᾽ της Sofia Coppola που τότε είχαν θάψει οι κριτικοί, αλλά εγώ θυμάμαι ακόμα το υποβρύχιο σερβίρισμα τσαγιού και ότι από τα τέσσερα άτομα από την παρέα μου, που είμασταν στην αίθουσα, οι δυο κλαίγαμε με λυγμούς, τη μία την πήρε ο ύπνος και ο τελευταίος προσπαθούσε να μας πείσει για το χαμηλό επίπεδο της ταινίας. Αφού αισθανθήκαμε μεσιέ μου, εσύ τι ζόρι τραβάς;
Μετά την προβολή του ᾽Aftersun᾽, προχωρώντας προς την έξοδο, ακούω έναν ηλικιωμένο κύριο να λέει: ‘Μα είναι δυνατόν να βάλουν πέντε αστέρια; Καλύτερα να έβλεπα την ταινία του Φατίχ Ακίν και ο πρωταγωνιστής, εδώ που τα λέμε, είναι πάρα πολύ νέος, έχει γεννηθεί το 1996᾽. Κάπου εκεί πάτησα την σίγαση για να μην ακούσω την παρλαπίπα όπως η κυρία στον γκισέ. Η ψυχολογία του όχλου αλλά και των κριτικών είναι τόσο ενοχλητική που δεν ξέρεις πια τι να περιμένεις για την συγκεκριμένη ταινία αφού απλά δεν βγάζεις άκρη από αυτά που γράφουν και που λένε. Μπερδεμένος πήγα και γώ στο σινεμά κι έφυγα με κλάματα μετά τους τίτλους τέλους.
Η βαρεμάρα της μέρας στις διακοπές, στο ξενοδοχείο με την πισίνα και τη λίστα με τους κανόνες είναι απλά ένας κώδικας επικοινωνίας γιατί δεν μπορεί να γίνει μια χαλαρή κουβέντα, οπότε μονοπωλούν οι φράσεις: ‘Βάλε αντηλιακό᾽, ᾽Σκεπάσου᾽, ‘Σήμερα θα κοιμηθούμε νωρίς᾽. Η προσπάθεια να έρθουν αυτοί οι δυο άνθρωποι κοντά μου δημιούργησε τεράστια συγκίνηση. Είναι αυτή η κατάρα μεταξύ γονέα και παιδιού στο να μην μπορούν να ζήσουν την αγάπη, γιατί πάντα χάνει το ᾽coolness᾽ της. Αντί να χαλαρώνει η επαφή, μόνιμα δυσκολεύει, ίσως και από την μεταξύ σχέση των γονιών ως ζευγάρι. Η μουσική από τον Oliver Coates απογειώνει το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Charlotte Wells και το μέγιστο της φυσικότητας των πρωταγωνιστών που φτάνει σε κινήσεις Τάι Τσι στο ξεμούδισμα ‘monkey see monkey do’ κατά τη διάρκεια του διαλείμματος από το λεωφορείo/ ΚΤΕΛ.
Πολλές οικογένειες περνούν το καλοκαίρι με την ευκολία του μπουφέ και τα συναφή, σε τουριστικά θέρετρα, αναζητώντας μέσα από τις πιο βαρετές δραστηριότητες, κλεισμένοι στους τέσσερεις τοίχους, να αναπνέουν την μυρωδιά από το χλώριο στην προσπάθεια να αποτινάξουν όλη την πίεση της καθημερινότητας στην μιζέρια που αντικατοπτρίζει την ζωή τους γιατί απλά δεν ξέρουν πως να περάσουν καλά. Το τοπίο στην Τουρκία μοιράζει το γαλάζιο στα κάδρα, από την παλέτα του μπλε, τόσο στον ουρανό όσο και στη θάλασσα και με ένα τρόπο σε βυθίζει στο συναισθηματικό κόσμο και των δύο πρωταγωνιστών. Η Frankie Corio στο ρόλο της Sophie είναι ο αυτόπτης μάρτυρας όταν αντιστρέφονται οι ρόλοι και το παιδί γίνεται ο γονέας αφού ο Paul Mescal, ως Calum, λειτουργεί σαν έφηβος ακόμα.
Στη τελευταία σεκανς παίζει David Bowie & Freddie Mercury – Under Pressure και είναι μια από τις πιο δυνατές σκηνές για φέτος, γιατί μιλάει για τον αποχωρισμό, γιατί μιλάει για τα πράγματα που δεν ξαναφτιάχνουν ή ακόμα χειρότερα για τα πρώτα βήματα όταν φτιάχνει η κατάσταση και στο τέλος της ημέρας δεν μπορείς να το διαχειριστείς. Η απλότητα της ταινίας είναι αυτό που την κάνει να ξεχωρίζει γιατί πολύ απλά σε κάνει να αισθάνεσαι, αν είσαι ικανός για κάτι τέτοιο. Θέλω να πω ίσως κάποιοι θυμούνται πως ήταν παιδιά, κάποιοι άλλοι το έχουν ξεχάσει εντελώς.
‘Αρης Μπαγεώργος