Μια βιωματική παράσταση που καλεί τους θεατές να αναλάβουν τους ρόλους των επισκεπτών σε ένα παρακμιακό ξενοδοχείο που θα τους φιλοξενήσει τις τελευταίες ώρες πριν από τη συντέλεια της ανθρωπότητας, παρουσιάζει ο σκηνοθέτης Αλέξανδρος Ραπτοτάσιος στο Μπάγκειον, στην Ομόνοια, από τις 28 Δεκεμβρίου 2018 έως τις 17 Φεβρουαρίου 2019.
Πρόκειται για μια σκηνική σύνθεση που προσκαλεί το κοινό να φορέσει τα αγαπημένα του ρούχα, να εξερευνήσει δωμάτια, να δοκιμάσει εμπειρίες με όλες του τις αισθήσεις και να συμμετέχει σε γιορτές που κορυφώνονται με ένα πάρτι για το τέλος του κόσμου.
Ο Αλέξανδρος Ραπτοτάσιος μίλησε στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για τη νέα του παράσταση με τίτλο «Hotel Apocalypse», την οποία συστήνει ως «μία απελευθερωτική θεατρική εμπειρία που εξελίσσεται σαν ένα πρωτοχρονιάτικο πάρτι». «Αυτό το βράδυ κάτι τελειώνει και κάτι άλλο ξεκινάει και ο μόνος ρόλος των επισκεπτών είναι να γιορτάσουν την γιορτή την ίδια, την υπενθύμιση πως είμαστε ακόμα ζωντανοί».
Τι επιχειρεί να μας αποκαλύψει το «Hotel Apocalypse»;
Τις ψευδαισθήσεις που έχουμε περί βιολογικού τέλους, προσωπικής ολοκλήρωσης και σημαντικότητας της φυλής και του είδους μας. Αν καταφέρουμε να δούμε πέρα από αυτά ίσως και να αποκαλυφθεί και κάτι στον κάθε επισκέπτη-φιλοξενούμενο από τον ίδιο του τον εαυτό: το τι θα έκανε πριν το τέλος του κόσμου, τι πιστεύει πως πρέπει να διασωθεί, εάν υπάρχει κάτι που έκανε στη ζωή του για το οποίο είναι περήφανος, και τι τελικά είχε σημασία από όλα αυτά που αποζητούσε έως τώρα. Μέσα από όλα αυτά ίσως φανεί κάποια κοινή ταυτότητα που μπορεί να έχουμε όλοι αλλά και ποια είναι τα σημεία και τα πράγματα που μας ενώνουν.
Πώς γεννήθηκε η ιδέα αυτής της παράστασης;
Από την απορία μου σχετικά με το τι θα έκανα εγώ λίγο πριν το τέλος του κόσμου, και ακόμα πιο συγκεκριμένα, τι θα ήθελα να προσφέρω σε μία ομάδα ανθρώπων που θα τύχαινε να ζήσουν αυτό το τέλος μαζί μου. Η ιδέα εξελίχθηκε μέσα από εργαστήρια στο Λονδίνο με διάφορους ηθοποιούς πριν τρία χρόνια και στήθηκε σαν πάρτι μέσα σε ένα στούντιο που μετατράπηκε σε κλαμπ. Η συμμετοχή του κοινού ήταν αυθόρμητη και ενθουσιώδης κάτι το οποίο με βοήθησε στο να εξελίξω την παράσταση στην βιωματική και εμπειρική μορφή που πήρε στην συνέχεια. Η παράσταση πήρε την τελική της μορφή όταν συναντήθηκα με τον χώρο του Μπαγκείου ξενοδοχείου στην Αθήνα και φυσικά με τους συντελεστές που την επηρέασαν και την εμπλούτισαν με τις προσωπικές τους ιδιοσυγκρασίες και ευαισθησίες.
Γιατί επιλέξατε το Μπάγκειον για να φιλοξενήσει την παράσταση σας;
Με ενδιαφέρουν οι χώροι που κουβαλούν πραγματικές ιστορίες ή μπορούν να ξυπνήσουν συναισθήματα στους επισκέπτες από μόνοι τους. Το Μπάγκειον φέρει μια περασμένη αίγλη που το κάνει ιδιαίτερα γοητευτικό. Είναι ο ιδανικός χώρος για ένα πάρτι για το τέλος και για μια υπόσχεση για κάτι νέο και ανατρεπτικό. Τα ψηλά ταβάνια και οι υπέροχες τοιχογραφίες, οι μεγάλοι καθρέφτες και τα σκαλιστά που έχει, δίνουν έναν επικό χαρακτήρα και μία ατμόσφαιρα που δεν θα μπορούσαν ούτε τα ακριβότερα σκηνικά να μεταφέρουν. Είναι ο χώρος που δεν φιλοξενεί μόνο την παράσταση μας, αλλά και την έχει διαμορφώσει δραματουργικά και αισθητικά.
Τι θα κληθούν να κάνουν οι θεατές- επισκέπτες; Ποια είναι η διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθήσουν;
Η διαδικασία είναι φιλική προς επισκέπτες. Δεν έχουμε διάθεση ούτε να τρομάξουμε, ούτε να φέρουμε κάποιον σε δύσκολη θέση. Το κάθε δωμάτιο θα είναι διαμορφωμένο για μια συγκεκριμένη εμπειρία μύησης. Οι φιλοξενούμενοι δεν θα χρειαστεί να μιλήσουν ή να κάνουν κάτι με απαιτήσεις, κυρίως θα πρέπει να ακολουθήσουν οδηγίες και αυτές θα τους βοηθήσουν να ζήσουν την ιστορία στην πλήρη της μορφή. Η διαδικασία μετακίνησης των φιλοξενούμενων μέσα στους 4 ορόφους είναι το βασικό δραματουργικό εργαλείο της παράστασης, καθιστά τον κάθε φιλοξενούμενο, ήρωα του προσωπικού του έπους. Το μοτίβο του ήρωα είναι καθοριστικό σε κάθε θρησκεία και μύθο παγκοσμίως. Το πως θα αφήσει ο κάθε φιλοξενούμενος την διαδικασία αυτή να τον επηρεάσει είναι στο δικό του χέρι. Τα υπόλοιπα θα τα ανακαλύψουν μόνοι τους εκεί.
Γιατί θελήσατε να μιλήσατε για το τέλος του κόσμου και γιατί επιλέξατε την οδό του βιωματικού θεάτρου για να το κάνετε αυτό;
Το τέλος είναι μια αφορμή για να αξιολογηθούν τα πάντα, να γίνει ένα ξεκαθάρισμα. Επέλεξα το τέλος της ανθρωπότητας για να φέρω ηθοποιούς και κοινό σε ένα σημείο τελικής κρίσης. Επίσης γιατί κάθε εποχή και ειδικά η δική μας πιστεύει πως είναι η απόλυτη και η τελευταία. Η εσχατολογία στην λογοτεχνία πάντα με γοήτευε γιατί πρόδιδε περισσότερο το παρόν παρά ένα δυσοίωνο μέλλον. Βέβαια τώρα βλέπουμε πως η επιστήμη έχει αρχίσει και επίσημα την αντίστροφη μέτρηση για την επιβίωση του είδους μας οπότε και αυτό το ενδεχόμενο έχει την θέση του στην παράσταση.
Υπάρχει μια εμπειρική προσέγγιση στο θέατρο που κάνω γιατί βαρέθηκα να πηγαίνω θέατρο και να βλέπω πράγματα να συμβαίνουν σε κάποιους ανθρώπους μέσα σε ένα ψεύτικο σπίτι πάνω σε μια σκηνή. Θέλω να συμβούν και σε εμένα ως θεατή. Θέλω να γευτώ, να μυρίσω, να αγγίξω και να νιώσω ό,τι νιώθουν και οι χαρακτήρες σε ένα έργο. Στο Hotel Apocalypse βρισκόμαστε σε ένα ξενοδοχείο με καλεσμένους και φιλοξενούμενους σε μία γιορτή λίγο πριν το τέλος της ανθρωπότητας. Η συνθήκη καθορίζει την εμπειρική διάσταση του έργου και βάζει τους θεατές στον ρόλο του φιλοξενούμενου. Δεν βλέπω άλλη επιλογή, το να προσποιούμαστε πως οι επισκέπτες είναι αόρατοι θεατές που παρακολουθούν μία ιστορία μου είναι αδιανόητο.
Πόσο εξοικειωμένο θεωρείτε ότι είναι το ελληνικό κοινό με αυτό το είδος θεάτρου;
Δεν ξέρουμε κατά πόσο είναι εύκολο αυτό που φτιάχνουμε να το δεχτεί το ελληνικό κοινό και ακόμα περισσότερο, κατά πόσο θα αφήσει αυτήν την εμπειρία να το επηρεάσει ουσιαστικά. Το βιωματικό θέατρο στην Ελλάδα έχει κάνει μόνο κάποια δειλά βήματα και συνήθως σε φεστιβάλ και όχι στο χειμερινό ρεπερτόριο, αλλά πιστεύω πως η υπέρβαση του ορίου μεταξύ θεατών και καλλιτεχνών μόνο καλό μπορεί να κάνει σε μία εποχή που η κοινωνικοποίηση παίρνει όλο και πιο πολύ ψηφιακές και απρόσωπες μορφές. Πιστεύω πως αυτό που προτείνουμε είναι περισσότερο οικείο και φυσικό από όσο πιστεύει κάποιος όταν το πρωτοακούει. Το θέατρο είναι μία κατεξοχήν κοινωνική μορφή τέχνης, βασίζεται στην επαφή και στην επικοινωνία και σε αυτό προσπαθούμε να επιμείνουμε. Ερχόμαστε σε αυτό το παιχνίδι-συμφωνία που κάνουμε μαζί με το κοινό με ειλικρίνεια και χωρίς διάθεση εξαπάτησης, θέλοντας να εξετάσουμε το τι μπορεί να υπάρξει αναμεταξύ μας στο λίγο χρόνο που παρέχει μία παράσταση. Στόχος μας είναι η επίτευξη μίας εγγύτητας με τον άλλο, με όποιον τρόπο μας επιτραπεί.
Είναι η δεύτερη θεατρική δουλειά που παρουσιάζετε στην Αθήνα. Τι ακολουθεί στη συνέχεια;
Θέλω να αναδημιουργήσω μία αγαπημένη μου ταινία σε μεγάλη κλίμακα όπου το κοινό να γίνεται μέρος της, να τρώει, να πίνει, να χορεύει, να συνομιλεί και να περνάει μέσα σε αυτήν τη μισή μέρα του. Γενικά με ενδιαφέρει το θέατρο που λειτουργεί απέναντι στον ζωντανό θεατή. Αυτό προϋποθέτει να κινεί κάτι μέσα σου εδώ και τώρα. Δεν πιστεύω πως βλέποντας απλά μια παράσταση γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος, αυτό είναι μια επιπόλαιη αντίληψη περί πολιτισμού που έχει επικρατήσει και έχει κάνει κακό. Με ενδιαφέρει να πάω σε μια παράσταση και να με ξεβολέψει, να με κάνει να αναπνεύσω πιο βαθιά και να δω τους γύρω μου διαφορετικά. Αλλιώς κάθομαι και σπίτι μου και βλέπω Netflix.