ΑΦΙΕΡΩΜΑ: 30 αγαπημένα τραγούδια του Phil Collins

Όντας drummer των θρυλικών Genesis ήδη από το 1971 αλλά και frontman από το 1976, ο βραχύσωμος δημιουργός και ερμηνευτής ξεκίνησε τη… μοναχική, παράλληλη πορεία του από το ιστορικό album Face Value (1981), εξελισσόμενος έκτοτε σ’ ένα από τα σπουδαιότερα σύμβολα της μουσικής pop κουλτούρας των ‘80s, ο δημοφιλέστερος από το Ηνωμένο Βασίλειο. Τα drums αναδείχθηκαν αυτονόητα στον προσωπικό ήχο του Phil, σε ολόκληρη τη διαδρομή του. Μαζί με την ενσωμάτωση των έντονων soul και R&B επιρροών του, ο ίδιος προσεταιρίστηκε ακόμη περισσότερα pop στοιχεία σε σχέση με τη μετάβαση των Genesis από το progressive στο pop rock κατά το ίδιο διάστημα· αυτός ήταν επίσης ένας από τους λόγους της ευρύτερης απήχησής του, παρότι βεβαίως κάτι αντίστοιχο ίσχυσε και για τη μπάντα συγκριτικά με το παρελθόν της στα ‘70s, όταν απευθυνόταν σε πιο «ψαγμένο» ακροατήριο.

Σε διάστημα 30 ετών ο Phil Collins παρουσίασε οκτώ studio albums, τα μισά εκ των οποίων στη δεκαετία του ’80. Το 2010 κυκλοφόρησε το τελευταίο εγχείρημά του, με τίτλο Going Back, αποτελούμενο από διασκευές κλασικών ‘60s τραγουδιών παραγωγής Motown αλλά και της soul γενικότερα, τα οποία τον επηρέασαν πολύ νωρίς, όπως οι Beatles μεταξύ άλλων, και αναπόφευκτα ο drummer των Σκαθαριών, Ringo Starr. Ο δίσκος έγινε μάλιστα το πρώτο του no. 1 στο Ηνωμένο Βασίλειο, 17 χρόνια μετά τον προηγούμενο(!), μπαίνοντας στο top 5 των charts τουλάχιστον 17 χωρών ανά τον κόσμο! Πέραν της εμβληματικής ταυτόχρονης παρουσίας του στους Genesis, στους οποίους έχουμε αναφερθεί εκτενώς κατά το παρελθόν, ο αεικίνητος Collins συμμετείχε σε δεκάδες άλλα projects παράλληλα, τόσο στο χώρο της μουσικής όσο και σ’ αυτόν της υποκριτικής, πρωταγωνιστώντας μάλιστα στην ταινία Buster (1988) με την Julie Walters αλλά και στο Frauds (1993). Έγραψε σπουδαία τραγούδια για films, ενώ οι συνολικές πωλήσεις του υπολογίζονται περί τα 150 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως(!), γεγονός που τον κατατάσσει στη λίστα με τους κορυφαίους καλλιτέχνες όλων των εποχών σε πωλήσεις. Περαιτέρω, μαζί με τον ζωντανό θρύλο των Beatles, Paul McCartney, ο Phil είναι ο μόνος που έχει κατορθώσει να υπερβεί τα 100 εκ. αντίτυπα σε πωλήσεις, τόσο ως μέλος μπάντας όσο και ως solo artist.

Στο σύνολο της σχεδόν 60ετούς διαδρομής του, η οποία κατά τα φαινόμενα ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 2022 με την περιοδεία The Last Domino? των Genesis, ο Phil Collins θεωρούσε πάντοτε εαυτόν πρώτα drummer κι έπειτα οτιδήποτε άλλο, παρότι η φωνή του σημάδεψε πολλές γενιές όλες αυτές τις δεκαετίες, φτάνοντας έως τα πιτσιρίκια στις αρχές του 21ου αιώνα, μέσα από τα τραγούδια του για την ταινία της Disney, Brother Bear (2003). Η χροιά του, μοναδική, αναγνωρίσιμη απ’ όσους έχουν έστω και υποτυπώδεις γνώσεις της pop rock μουσικής, ή ούτε καν αυτές. Στη διαδρομή του κατέγραψε περισσότερα hits στις Ηνωμένες Πολιτείες παρά στη Μεγάλη Βρετανία, έχοντας μεταξύ αυτών επτά no. 1 στην πρώτη περίπτωση έναντι μόλις τριών στη δεύτερη. Είναι επίσης αλήθεια ότι μετά το πέρας της δεκαετίας του ’80, τα επόμενα τρία άλμπουμ του Λονδρέζου δημιουργού (Both Sides (1993), Dance into the Light (1996) και Testify (2002)) δεν σημείωσαν ανάλογη επιτυχία, εν τούτοις εμείς δεν παύουμε να ξεχωρίζουμε κάποια κομμάτια, ειδικά από το δεύτερο εξ αυτών.

Το 2011, διάφορα προβλήματα υγείας έθεσαν την καριέρα του Collins σε αναστολή -και όχι κάτι περισσότερο, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, παρότι εν πρώτοις ανακοίνωσε την απόσυρσή του. Ο Phil έχασε την αίσθηση των δακτύλων του και συγχρόνως τη δυνατότητα να παίζει drums, έχοντας αναγκαστεί να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στον αυχένα το 2009, προκειμένου να αντιμετωπίσει μια εξάρθρωση κάποιων σπονδύλων, την οποία είχε κληρονομήσει από την πρώτη επανένωση των Genesis για το Turn It On Again Tour (2007), στην επιστροφή του ίδιου μετά το 1996. Ένα νέο χειρουργείο, αυτή τη φορά στη σπονδυλική στήλη το 2015, δεν βελτίωσε την κατάσταση, ωστόσο το γεγονός δεν τον εμπόδισε να επιστρέψει στην ενεργό δράστη το 2017, μέσα από τη Not Dead Yet περιοδεία του, ομώνυμη της αυτοβιογραφίας του, που είχε προηγηθεί ένα χρόνο νωρίτερα. Τη θέση του στα drums έμελλε να πάρει αυτή τη φορά ο τότε 15χρονος γιος του(!), Nick Collins, ο οποίος αργότερα θα συμμετείχε και στο Last Domino? Tour των Genesis. Η solo παγκόσμια περιοδεία του Phil Collins ολοκληρώθηκε εν τέλει το 2019 μετά από 97 συναυλίες με αδιανόητη προσέλευση του κόσμου, καθώς πουλήθηκαν περισσότερα από 1,6 εκ. εισιτήρια συνολικά! Κι αν ο καλλιτέχνης είχε αυτήν την ανταπόκριση τραγουδώντας με ραγισμένη φωνή, καθηλωμένος σε μια καρέκλα και μακριά από τα αγαπημένα του drums, οι νεότεροι μπορούν να φανταστούν τον παροξυσμό που προκαλούσε ανελλιπώς επί σχεδόν 25 χρόνια, έως το 2005, κάθε φορά που εμφανιζόταν επί σκηνής· οι μεγαλύτεροι το γνωρίζουν.

Ακολουθούν 30 -και κάτι παραπάνω- αγαπημένα μας τραγούδια του σπουδαίου καλλιτέχνη, κατά κύριο λόγο με χρονολογική σειρά από τη στιγμή που εξυπηρετείται μια σχετική ροή στο άκουσμά τους, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται ελάχιστα B-side tracks, γιατί απλά τα θέλουμε! Πέρα από την προσωπική δισκογραφία του, το κομμάτια που παρουσιάζονται εκτείνονται και σε άλλα projects, ενώ κάποια δεσπόζουν σε κινηματογραφικές ταινίες. Παραθέτουμε τα επίσημα μουσικά βίντεο, όταν αυτά υπάρχουν, και πάγια τον ήχο των remastered versions (deluxe editions) όλων των δίσκων του καλλιτέχνη, που κυκλοφόρησαν μαζικά το 2016. Αρκετά όμως με τον πρόλογο, πάμε στα… εισαγωγικά!

Intro

α.And So to F… (06:22) – Product (1979) {Brand X}

Οι Brand X δημιουργήθηκαν το 1974 ως ένα jazz fusion συγκρότημα, εκ των ιδρυτικών μελών του οποίου υπήρξε ο Phil Collins, παράλληλα με την παρουσία του στους Genesis και ενώ ο Peter Gabriel εξακολουθούσε να είναι ο lead vocalist των τελευταίων. Από το 1976 έως το 1982 το γκρουπ παρουσίαζε ένα studio album σε ετήσια βάση, με μοναδικό κενό το 1981. Από τα συγκεκριμένα projects ο Collins απουσίαζε μόνο το 1978, καθώς όταν οι Brand X ηχογραφούσαν, ο ίδιος περιόδευε με τους Genesis προωθώντας τον ένατο δίσκο της μπάντας, …And Then There Were Three…, τον πρώτο μετά την αποχώρηση του Steve Hackett, που είχε αφήσει το σχήμα με μόλις τρία μέλη, όπως ομολογεί το όνομα του άλμπουμ. Επιστρέφοντας ο Phil στους Brand X το 1979 για την ηχογράφηση του album Product, το απολαυστικό -κατ’ εξοχήν ορχηστρικό και με κάποια φωνητικά του ίδιου- …And So to F… έγινε εκείνο που ολοκληρώνει την πρώτη πλευρά του LP. Μία live εκτέλεση του κομματιού εν έτει 1982 συμπεριλήφθηκε στο bonus disc της deluxe edition του Face Value (1981). Εμείς αγαπάμε ιδιαίτερα τη δεύτερη, ωστόσο παραθέτουμε και τις δύο, για τις απαραίτητες συγκρίσεις. Το 2016 μάλιστα ο Βρετανός παραδέχτηκε ότι μπορεί οι Genesis να ήταν η «σύζυγος», όμως οι Brand X ήταν η «ερωμένη» του!

β. It’s Alright (02:22) – The Impressions (1963)

Είναι το πρώτο τραγούδι του παρθενικού studio album και ομότιτλου της soul μπάντας των Impressions. Η αγάπη του Phil προς το συγκεκριμένο μουσικό ύφος δεν ήταν κρυφή, συμπεριλαμβάνοντας μάλιστα το κομμάτι ως καταληκτικό στο setlist του No Jacket Required World Tour (1985), κατά την προώθηση του ομώνυμου τρίτου δίσκου του. Μια τέτοια εκτέλεση μπήκε το 2016 στο bonus disc της deluxe edition του Hello, I Must Be Going!, δεύτερου studio album του Collins, προερχόμενη συγκεκριμένα από ένα live στο Ντάλας των Η.Π.Α. (29/5/85), που κυκλοφόρησε τότε σε βιντεοκασέτα υπό τον τίτλο No Ticket Required.

Η διασκευή του Collins είναι υπέροχη, πλαισιωμένος από κορυφαίους μουσικούς, όπως οι Αμερικανοί Leland Sklar στο μπάσο και Daryl Stuermer στην ηλεκτρική κιθάρα, που τον ακολούθησαν έως την τελευταία περιοδεία του. Κάτι αντίστοιχο ίσχυσε και στην περίπτωση του Chester Thompson ως… co-drummer, τη θέση του οποίου πήρε ο γιος του Collins, Nick, στο Not Dead Yet Tour. Όπως έχουμε αναφέρει αναλυτικά και στο αφιέρωμα για τους Genesis, οι Thompson και Stuermer ήταν ήδη από το 1976 και 1978, αντίστοιχα, αναπόσπαστα μέλη και των tours της σπουδαίας βρετανικής μπάντας. Από εκεί και πέρα, στα πλήκτρα και το πιάνο της No Jacket Required περιοδείας βρέθηκε ο J. Peter Robinson, με μικρή συμμετοχή στους πρώτους δίσκους του Phil αλλά και συνεργασία τους σε τρεις δίσκους των Brand X. Τέλος, ιδιαίτερα ξεχωριστή ήταν στις πρώτες περιοδείες η συμμετοχή των Phenix Horns στα πνευστά αλλά και τα φωνητικά, με τα μέλη των οποίων ο Phil συνεργαζόταν ήδη από το 1981, κυρίως σε προσωπικό επίπεδο αλλά και στους Genesis για δύο τραγούδια.

γ. Burn Down the Mission (06:11) – Two Rooms: Celebrating the Songs of Elton John & Bernie Taupin (1991)

Ο Phil Collins διασκεύασε το από το 1970 τραγούδι του «τεράστιου» Elton John και του διαχρονικότερου συνεργάτη του, Bernie Taupin, για τις ανάγκες αυτού του συλλογικού αφιερωματικού album, που αποτελείται από 16 κομμάτια του καλλιτεχνικού διδύμου, τα οποία ερμηνεύουν σπουδαιότερα ονόματα του χώρου· μεταξύ τους, οι Eric Clapton, Kate Bush, George Michael, Sting, Jon Bon Jovi, Tina Turner, Rod Stewart και σχήματα όπως οι Beach Boys, Hall & Oates και Who. Ο Phil είναι εξαιρετικός και σ’ αυτήν την περίπτωση, παίζοντας αυτονόητα drums αλλά και πιάνο, co-producer του κομματιού μαζί με τον Hugh Padgham, συνεργάτη του ήδη από το Face Value. Εξαιρώντας τον Robinson, όλοι οι μουσικοί που έχουν αναφερθεί στο δεύτερο… εισαγωγικό τραγούδι της λίστας μας βρίσκονται στο πλευρό του Collins και σ’ αυτήν την περίπτωση, με την προσθήκη του εξαιρετικού Steve Winwood στο όργανο. Το Burn Down the Mission συμπεριλήφθηκε μόλις το 2018 σ’ ένα τετραπλό box set του βραχύσωμου Βρετανού υπό τον τίτλο Plays Well with Others, όπου συγκεντρώνονται δουλειές του σε projects τρίτων. Μεταξύ αυτών απαντάται και το …And So to F…, ενώ το τέταρτο CD απαρτίζεται από αντίστοιχες live ερμηνείες του. Ο συνολικός αριθμός των τραγουδιών της συλλογής αγγίζει τα 60!

Can you feel it coming…?

  1. In the Air Tonight (05:36) – Face Value (1981)

Τι επρόκειτο να συμβεί όταν ο Phil Collins αποφάσιζε να ανοίξει το εκπληκτικό κεφάλαιο της solo διαδρομής του; Ένα από τα σπουδαιότερα debut singles όλων των εποχών! Αντιμετωπίζοντας το φάσμα το διαζυγίου με την πρώτη γυναίκα του, παρά τις προσπάθειές του να το αποφύγει, ο καλλιτέχνης βρέθηκε να γράφει επανειλημμένα για το γεγονός εκείνη την περίοδο. Μόλις ένα χρόνο νωρίτερα, ο δέκατος δίσκος των Genesis, το Duke, είχε γίνει ο πρώτος no. 1 της μπάντας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το Face Value τα πήγε εξίσου καλά, ντεμπουτάροντας στην κορυφή και παραμένοντας εκεί για τρεις εβδομάδες συνολικά, ενώ στην Αμερική μπήκε αμέσως στο top 10 (no. 7).

Το In the Air Tonight κυκλοφόρησε ως lead single ένα μήνα πριν από το παρθενικό προσωπικό άλμπουμ του Phil, υποβάλλοντας με εμφαντικό τρόπο τα διαπιστευτήρια του Βρετανού και σ’ αυτό το επίπεδο. Είναι μάλιστα κατά μισό λεπτό συντομότερο από τη version που ανοίγει το δίσκο και, κυρίως, με περισσότερα τύμπανα εξ αρχής. Το θρυλικό αυτό τραγούδι θα παρέμενε για πάντα ως σήμα κατατεθέν του Collins, και ακόμη περισσότερο βεβαίως η έκρηξη των drums στο τελευταίο μέρος, μετά από 3,5 λεπτά εσωτερικευμένης έντασης και υποβλητικής ατμόσφαιρας. Ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί εν προκειμένω το απολύτως αναγνωρίσιμο μοτίβο στο υπόβαθρο με τη βοήθεια ενός drum machine (Roland CR-78). Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα από την αξιοποίηση, κατά την ηχογράφηση, μιας τεχνικής που τότε παρέμενε επτασφράγιστο μυστικό, ενώ αργότερα θα γινόταν γνωστή ως gated reverb, χαρίζοντας αυτόν τον χαρακτηριστικό, μοναδικό ήχο καθ’ όλη τη διάρκεια του In the Air Tonight.

Το εντυπωσιακό της υπόθεσης είναι ότι το τραγούδι πλασαρίστηκε αρχικά μόλις στην 36η θέση των βρετανικών charts, ωστόσο μία εβδομάδα αργότερα είχε ήδη σκαρφαλώσει στο no. 4, φτάνοντας τελικά έως τη δεύτερη θέση. Στερήθηκε την πρωτιά εξαιτίας του Woman, του πρώτου single του John Lennon μετά την προς ενός μηνός στυγνή δολοφονία του, που μάλιστα κυκλοφόρησε μόλις τρεις μέρες μετά το In the Air Tonight. Το single του τελευταίου έγινε χρυσό μεταγενέστερα σε Αγγλία και Αμερική, ενώ σε ψηφιακή μορφή θεωρείται πλατινένιο δύο και τρεις φορές αντίστοιχα. Πέραν της version του άλμπουμ, την οποία θεωρούμε αντιπροσωπευτικότερη της ουσίας του τραγουδιού, η αγαπημένη μας live και πραγματικά συγκλονιστική εκτέλεση -που δεν είναι η μόνη βεβαίως- προέρχεται από το First Final Farewell Tour (2004–2005). Το Finally… The First Farewell Tour DVD προέκυψε από τη βιντεοσκόπηση της δεύτερης εκ των τριών συναυλιών που έδωσε ο Phil Collins στο Παρίσι σε ισάριθμες διαδοχικές μέρες κατά τη συγκεκριμένη περιοδεία (16-6-04).

  1. I Missed Again (03:46) – Face Value (1981)

Το Face Value τα πήγε εκπληκτικά σε πωλήσεις έστω και σε βάθος χρόνου, υπερβαίνοντας τα 12 εκ. αντίτυπα παγκοσμίως! Στο Ηνωμένο Βασίλειο έγινε άμεσα platinum, ενώ gold στις Η.Π.Α.. Στην πρώτη περίπτωση προσέθεσε ακόμη τέσσερεις πλατίνες έως το 1995, ενώ συνολικά πέντε έως το 1999 στη δεύτερη. Εντυπωσιακή ήταν επίσης η πορεία του στη μεγάλη αγορά της Γερμανίας, όπου το 2005 πιστοποιήθηκε επτά φορές χρυσό (1,75 εκ. αντίτυπα), ενώ στον Καναδά έγινε διαμαντένιο το 1996 (με 1 εκ. μονάδες)! Δύο εβδομάδες μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ, το τραγούδι που ανοίγει τη δεύτερη πλευρά του LP κυκλοφόρησε ως δεύτερο single. Τρομπέτες, σαξόφωνα, τρομπόνια και κόρνα είχαν την τιμητική τους καθ’ όλη τη solo καριέρα του Phil. Η περίπτωση του I Missed Again ήταν από τις πρώτες και πιο χαρακτηριστικές, με την ισχυρή συμμετοχή των Phenix Horns αλλά και την επιστράτευση του Ronnie Scott για ένα σόλο στο tenor σαξόφωνο. Ο τελευταίος, ιδιοκτήτης Jazz Club στο Λονδίνο εκτός από μουσικός, το 1968 είχε προλάβει να συνεργαστεί με τους Beatles, παίζοντας επίσης ένα σόλο στο Lady Madonna. Σε στιχουργικό επίπεδο ο Collins εμπνέεται ξανά από τον πρόσφατο χωρισμό του, ενώ το συνοδευτικό βίντεο τον εμφανίζει να παίζει όλα τα όργανα… χωρίς τα όργανα(!), σ’ ένα μινιμαλιστικό λευκό φόντο που αποπνέει cult 80ίλα και θυμίζει καλλιτέχνη ο οποίος δεν είχε το μπάτζετ για τίποτα περισσότερο! Το χιούμορ, ωστόσο, υπήρξε πάγια κυρίαρχο χαρακτηριστικό των οπτικοποιημένων τραγουδιών του Βρετανού δημιουργού.

  1. I Don’t Care Anymore (05:05) – Hello, I Must Be Going (1982)

Η συναισθηματική φόρτιση του Phil Collins από την προσωπική του περιπέτεια ήταν τέτοια ώστε εξακολούθησε με γρήγορους ρυθμούς να δημιουργεί νέο υλικό. To δεύτερο studio album παρουσιάστηκε 21 μήνες μετά το Face Value, κι ενώ ενδιάμεσα ο ίδιος είχε επιστρέψει με τους Genesis, που κυκλοφόρησαν το Abacab (1981). Το Hello, I Must Be Going ήρθε να συνεχίσει με δυναμικό τρόπο το εντυπωσιακό ξεκίνημα του προκατόχου του, παρότι σε εμπορικό επίπεδο κινήθηκε σε χαμηλότερα επίπεδα. Ο δίσκος πλασαρίστηκε στη δεύτερη θέση των βρετανικών charts και το no. 8 των αμερικανικών, ανοίγοντας με το I Don’t Care Anymore, που κυκλοφόρησε ως δεύτερο single και αποκλειστικά στην Αμερική, τρεις μήνες μετά το release του άλμπουμ. Η θεματολογία του… γνωστή, το περιβόητο διαζύγιο, ενώ μουσικά προσεγγίζεται συχνά ως άτυπο sequel του In the Air Tonight, καθώς τα drums του Collins κυριαρχούν σχεδόν απόλυτα και σ’ αυτήν την περίπτωση, ενώ αξιοποιείται εκ νέου η τεχνική gated reverb. Το τραγούδι παραμένει εξίσου σκοτεινό με το πρώτο και πλέον γίνεται ξεκάθαρα επιθετικό. Μάλιστα προσέφερε την πρώτη υποψηφιότητα του Phil στα βραβεία Grammy (1984) και την κατηγορία Best Rock Vocal Performance, όπου έχασε από τον Michael Jackson και το ασυναγώνιστο Beat It!

  1. Like China (05:08) – Hello, I Must Be Going (1982)

Η επιτυχία του άλμπουμ ήταν αξιοσημείωτη για δεύτερη συνεχόμενη φορά και η απήχησή του αυξανόμενη σε ορίζοντα δεκαετίας. Έγινε άμεσα πλατινένιο στο Μεγάλο Νησί και χρυσό στις Η.Π.Α., ενώ συνολικά τρις platinum ανά περίπτωση έως το 1994 και 1997 αντίστοιχα και δύο στη Γερμανία (1994). Μάλιστα για την προώθηση του Hello, I Must Be Going ο Phil Collins πραγματοποίησε την πρώτη solo περιοδεία του, δίνοντας περίπου 50 συναυλίες, ως επί το πλείστον στην Αμερική. Το Like China είναι το πρώτο πραγματικά ευδιάθετο τραγούδι του καλλιτέχνη στη λίστα μας, περιγράφοντας τον έρωτά του προς μια κοπέλα, παρότι ούτε η ίδια είναι βέβαιο ότι τρέφει ανάλογα αισθήματα προς αυτόν, ούτε οι γονείς ή ο αδερφός της τον συμπαθούν, καθώς προέρχεται από διαφορετική περιοχή του Λονδίνου! Ως promo single κυκλοφόρησε αποκλειστικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ στην Αγγλία παρουσιάστηκε ως B-side του Why Can’t It Wait ‘Til Morning, από τον ίδιο δίσκο.

  1. You Can’t Hurry Love (02:55) – Hello, I Must Be Going (1982)

Ολοκληρώνει την πρώτη πλευρά του LP και πρόκειται βεβαίως για μια απολαυστική διασκευή του εξαιρετικού τραγουδιού των Lamont Dozier, Brian και Eddie Holland, που ερμήνευσαν οι σπουδαίες Supremes (1966). Ο Phil Collins το παρουσίασε ως lead single του άλμπουμ στις Η.Π.Α. και δεύτερο συνολικά, εξελισσόμενο μάλιστα στο πρώτο του no. 1 στο Ηνωμένο Βασίλειο, για δύο εβδομάδες, αλλά και την παρθενική παρουσία του στο top 10 των αμερικανικών charts. Στη σύγχρονη εποχή θεωρείται πλατινένιο στο Νησί, ενώ ακόμη πιο αξιοσημείωτο όλων αυτών είναι ότι το κομμάτι δεν απουσίασε σχεδόν ποτέ από το setlist των περιοδειών του καλλιτέχνη!

  1. Against All Odds (Take a Look at Me Now) [03:24] – Against All Odds: Music from the Original Motion Picture Soundtrack (1984)

Πρόκειται για ένα υπέροχο τραγούδι του Collins, ακόμη ένα που εμπνέεται από το διαζύγιό του, προσαρμοσμένο πλέον στις ανάγκες της ομότιτλης ταινίας, της οποίας ανοίγει και το soundtrack. Το demo προϋπήρχε ήδη από το 1979, όταν γεννιόταν το πρωτογενές υλικό του Face Value. Το κομμάτι έγινε το παρθενικό no. 1 του Phil στην Αμερική, όπου πιστοποιήθηκε άμεσα χρυσό, ενώ παρέμεινε στην κορυφή επί τρεις διαδοχικές εβδομάδες. Στην Αγγλία έφτασε έως τη δεύτερη θέση, εν τούτοις στην εποχή της ψηφιοποίησης θεωρείται πλέον πλατινένιο. Σε προσωπικό άλμπουμ του βραχύσωμου μουσικού, η studio version του Against All Odds συμπεριλήφθηκε για πρώτη φορά στη συλλογή …Hits (1998). Για την ερμηνεία του ο Phil Collins βραβεύτηκε με το πρώτο του Grammy, ενώ το τραγούδι ήταν υποψήφιο για Όσκαρ και Χρυσή Σφαίρα, ωστόσο έχασε άδικα και μεροληπτικά και στις δύο περιπτώσεις από το «γλυκούλικο» I Just Called To Say I Love You του ομολογουμένως «τεράστιου» Stevie Wonder για την ταινία The Woman in Red.

Γενικότερα, η όλη διαδικασία της απονομής των Oscars εκείνης της χρονιάς ήταν… αποθαρρυντική, αν όχι εχθρική προς τον Βρετανό -σχεδόν νεοεισαγόμενο σε αμερικανικό έδαφος, από άποψη επιτυχίας- solo artist, καθώς δεν του επετράπη καν να ερμηνεύσει την υπέροχη αυτή ερωτική μπαλάντα του, σε αντίθεση με άλλους υποψηφίους συναδέλφους του και όχι μόνο. Αντ’ αυτού, η παραγωγή αποφάσισε να ανεβάσει επί σκηνής τη χορεύτρια και ηθοποιό Ann Reinking, η οποία έκανε μια εντελώς ανέμπνευστη ερμηνεία, σχεδόν εξ ολοκλήρου με… lip sync(!), πλαισιώνοντας το ακραία κωμικοτραγικό σκηνικό με ένα χορευτικό ντουέτο. Ανεξαρτήτως αυτών, μεταξύ των κορυφαίων hits της χρονιάς στις Η.Π.Α. το Against All Odds αναδείχθηκε πέμπτο, ενώ το… αντίπαλό του δέος περιορίστηκε στην 25η θέση. Ο Phil Collins καταθέτει όλο του τον εαυτό μέσα σ’ αυτή τη μελωδία, και στη θέση της καρδιάς μας δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει just an empty space”. Όχι, όσο το τελευταίο του solo Not Dead Yet Tour εξακολουθεί να είναι εκφράζει αυτήν την αλήθεια.

  1. Sussudio (04:23) – No Jacket Required (1985)

Το τρίτο studio album του Phil Collins εξελίχθηκε γρήγορα σ’ ένα προσωπικό breakthrough στην παγκόσμια μουσική σκηνή, με πωλήσεις που σήμερα υπερβαίνουν τα 25 εκ. αντίτυπα και το καθιστούν ένα από τα κορυφαία όλων των εποχών! Κυκλοφόρησε περίπου 27 μήνες μετά το προηγούμενο, κι ενώ ενδιάμεσα ο Βρετανός είχε προλάβει να παρουσιάσει με τους Genesis το ομώνυμο άλμπουμ τους (1983), το release του οποίου ακολούθησε μια εκτεταμένη περιοδεία κυρίως στις Η.Π.Α.. Το No Jacket Required έγινε no. 1… οπουδήποτε είχε πρωτεύουσα ή δευτερεύουσα σημασία, παραμένοντας στην κορυφή της Αμερικής για επτά εβδομάδες συνολικά, ενώ σ’ αυτήν του Ηνωμένου Βασιλείου επί πέντε διαδοχικές. Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού αναγνωρίστηκε πέντε φορές πλατινένιο μέσα στον πρώτο χρόνο και ακόμη επτά έως το 2001, λαμβάνοντας έτσι τη σχετική πιστοποίηση ως diamond! Στο Μεγάλο Νησί έγινε έξι φορές platinum εντός τετραετίας, ενώ στη Γερμανία τρεις συνολικά.

Το Sussudio παρουσιάστηκε ως lead single στην Αγγλία ένα μήνα πριν από το άλμπουμ, αλλά δεν φάνηκε να συγκινεί ιδιαίτερα τους Βρετανούς, περιοριζόμενο στο no. 12 των charts. Ο ανάλαφρος και έντονα funky χαρακτήρας του κυριαρχεί στο τραγούδι που ανοίγει και το δίσκο, καθώς γράφεται από έναν ερωτευμένο Collins, ο οποίος μόλις έχει παντρευτεί για δεύτερη φορά. Για την Αμερική, ωστόσο, το κομμάτι αποδείχθηκε ό,τι έπρεπε, κυκλοφορώντας ως δεύτερο single του άλμπουμ εκεί και ανεβαίνοντας στην κορυφή των charts, ενώ το 1990 πιστοποιήθηκε gold. Το Sussudio έγινε ένα από τα αγαπημένα τραγούδια του κόσμου στα live, με τον Phil να κατεβαίνει από το stage και να τραγουδά μαζί με τους fans σε κάποιες συναυλίες στις αρχές του αιώνα! Μια από τις κριτικές που ασκήθηκαν στον καλλιτέχνη ήταν ότι το κομμάτι θυμίζει αρκετά το 1999 του Prince (1982), ομοιότητα την οποία ο ίδιος δεν αρνήθηκε ποτέ, αντιθέτως, παραδέχτηκε τότε ότι είναι ένα από τα αγαπημένα του τραγούδια και πήρε το τέμπο του. Η δε προσθήκη τόσο του μπάσου όσο και των πνευστών, άλλαξε ακόμη περισσότερο το τελικό αποτέλεσμα. Το συνοδευτικό βίντεο παρουσιάζει με πολύ χιούμορ τον Βρετανό, πλαισιωμένο από τη μπάντα του, να παίζει σε ένα μπαρ, μπροστά σ’ ένα αδιάφορο κοινό. Τελευταίο τραγούδι, και η τελευταία του ελπίδα προκειμένου να αντιστρέψει το κλίμα, είναι το… μπιτάτο Sussudio. Αμέσως, κάτι αρχίζει να κινείται! Just say the woOOORD”!

  1. Only You Know and I Know (04:20) – No Jacket Required (1985)

Είναι το δεύτερο τραγούδι του δίσκου και ένα από τα πιο χορευτικά, το οποίο αγαπάμε ιδιαίτερα για το όλο ύφος του, που σε στιχουργικό επίπεδο είναι αρκετά aggressive για τον κατά τα άλλα ερωτικό χαρακτήρα του! Παρότι έχει ακουστεί σε περιοδείες του Collins, οπωσδήποτε δεν είναι από τα βασικότερα κομμάτια στα setlists των συναυλιών του. Εν τούτοις παίχτηκε σε live ακόμη και του Not Dead Yet Tour. Όπως στο Sussudio, οι Phenix Horns έχουν την τιμητική τους και πάλι, αποτελούμενοι εν προκειμένω από τον Tom Tom 84 (ενορχήστρωση, κόρνα), Don Myrick (σαξόφωνα), Louis Satterfield (τρομπόνι), Michael Harris και Rahmlee Michael Davis (τρομπέτες). Το Only You Know and I Know συμπεριλήφθηκε ως B-side στο single του Take Me Home, από το ίδιο άλμπουμ, στην έκδοση που κυκλοφόρησε εκτός Ηνωμένου Βασιλείου. Είναι μάλιστα το πρώτο από τα τρία τραγούδια του No Jacket Required, που συνυπογράφονται από τον Phil και τον κιθαρίστα του, Daryl Stuermer.

  1. I Don’t Wanna Know (04:12) – No Jacket Required (1985)

Σε μουσική Stuermer και στίχους Collins, ο οποίος αγάπησε το σχετικό demo όταν το άκουσε, το κομμάτι είναι το προτελευταίο της πρώτης πλευράς του LP. Δεν μπήκε σε κάποιο single του No Jacket Required, εν τούτοις την ίδια χρονιά συμπεριλήφθηκε ως B-side του Separate Lives, που γράφτηκε από τον Stephen Bishop για το soundtrack της ταινίας White Nights και ερμήνευσε ο Phil σε ντουέτο με την Marilyn Martin, ανεβαίνοντας μάλιστα στην κορυφή των αμερικανικών charts και την τέταρτη θέση των βρετανικών. Τρία χρόνια αργότερα, ο Daryl Stuermer παρουσίασε μια ορχηστρική version του I Don’t Wanna Know στο Steppin’ Out (1988), το παρθενικό προσωπικό studio album του. Παρότι ιδιαίτερα χορευτικό, δεν είναι από τα τραγούδια που άντεξαν στα live του Phil Collins, ωστόσο αυτό δεν μας κάνει να το αγαπάμε λιγότερο. Μάλιστα ολοκληρώνεται με τον Daryl να παίζει ένα ωραίο σόλο στην ηλεκτρική κιθάρα έως και το fade out.

  1. One More Night (04:47) – No Jacket Required (1985)

Η επιτυχία του δίσκου ήταν τόσο μεγάλη, ώστε απέσπασε συνολικά τρία Grammy. Αναδείχθηκε καλύτερο άλμπουμ του έτους, ο Phil Collins βραβεύτηκε στην κατηγορία Best Pop Vocal Performance για τη συνολική ερμηνεία του, ενώ μαζί με τον Hugh Padgham διακρίθηκαν ως κορυφαίοι παραγωγοί της χρονιάς! Στις Η.Π.Α. το One More Night κυκλοφόρησε ως lead single του No Jacket Required ένα μήνα νωρίτερα, κι έγινε το δεύτερο no. 1 του Βρετανού καλλιτέχνη στη χώρα μετά το Against All Odds (Take A Look at Me Now), πρώτο από την προσωπική δισκογραφία του, παραμένοντας για δύο εβδομάδες στην κορυφή. Πέντε χρόνια αργότερα πιστοποιήθηκε gold, ενώ στη Μεγάλη Βρετανία έφτασε έως την τέταρτη θέση των charts, σημειώνοντας το καλύτερο πλασάρισμα από τα singles του συγκεκριμένου δίσκου. Πρόκειται για ένα από τα πιο smooth τραγούδια του Phil, μια soft rock μπαλάντα, που ολοκληρώνεται με ένα αντίστοιχου ύφους σαξοφωνικό σόλο του Don Myrick. Η αγαπημένη μας live εκτέλεση προέρχεται από το Finally… The First Farewell Tour DVD (2004), στο οποίο παίζει σαξόφωνο ο Gerald Albright.

  1. Don’t Lose My Number (04:46) – No Jacket Required (1985)

Ο Phil Collins δε μπόρεσε ποτέ να καταλάβει πλήρως το νόημα των στίχων που έγραψε, κι αυτό ήταν σίγουρα ένα εμπόδιο στη διαμόρφωση του κατάλληλου concept για το βίντεο με το οποίο το συνόδεψε. Ως εκ τούτου εμφανίζονται διάφοροι «σκηνοθέτες» που του προτείνουν πράγματα, επιτρέποντάς του να παρωδήσει άλλους καλλιτέχνες, καθώς επίσης κινηματογραφικές ταινίες! Ο ίδιος παραδέχτηκε μεταγενέστερα ότι το μεγαλύτερο μέρος του τραγουδιού είχε δημιουργηθεί ήδη από την εποχή του Face Value. Το Don’t Lose My Number ανοίγει τη δεύτερη πλευρά του άλμπουμ, ενώ ως single κυκλοφόρησε στην Αμερική, όχι όμως στην Αγγλία, σκαρφαλώνοντας μάλιστα στο no. 4. Ένα από τα δημοφιλέστερα κομμάτια του No Jacket Required, συνδυάζει εκρηκτικότητα, ρυθμό, μια αδιόρατη επιθετικότητα και τον Phil να ξεσηκώνει τραγουδώντας “Billy, Billy don’t you lose my number”!

  1. Inside Out (05:14) – No Jacket Required (1985)

Είναι από τα πιο αγαπημένα μας τραγούδια του άλμπουμ, το οποίο ο βραχύσωμος δημιουργός τίμησε στις αμέσως επόμενες περιοδείες του αλλά και σε συναυλίες της τελευταίας. Δεν συμπεριλήφθηκε σε κάποιο single, εν τούτοις κατόρθωσε να μπει στο top 10 των αμερικανικών charts στην κατηγορία Mainstream Rock (no. 9), που αφορά τον εγχώριο ραδιοφωνικό αέρα, πίσω μόνο από το One More Night (no. 4) σε ό,τι αφορά το No Jacket Required. Το Inside Out είναι ιδανικό ως μεταβατική γέφυρα μεταξύ άλλων κομματιών του Phil στα live, και πάντοτε το ακούμε εξίσου ευχάριστα. Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουμε την ερμηνεία που βρίσκεται στο DVD Serious Hits… Live! (2003), από μία εκ των συναυλιών του στη γερμανική πρωτεύουσα (15/7/90) στο πλαίσιο του Seriously, Live! World Tour.

  1. Two Hearts (03:24) – Buster: The Original Motion Picture Soundtrack (1988)

Για το soundtrack της ταινίας στην οποία και πρωταγωνιστεί, ο Collins γράφει αυτό το τραγούδι σε συνεργασία με τον Lamont Dozier, τον συνδημιουργό του You Cant’t Hurry Love, που ο ίδιος είχε διασκευάσει έξι χρόνια νωρίτερα. Το Two Hearts δεν άργησε να γίνει κλασικό, θεωρούμενο σήμερα από τα πλέον αναγνωρίσιμα του καλλιτέχνη. Κέρδισε Χρυσή Σφαίρα, Grammy και ήταν υποψήφιο για Όσκαρ, ενώ, κυκλοφορώντας ως δεύτερο single δύο μήνες μετά το άλμπουμ, παρέμεινε για δύο εβδομάδες στην κορυφή των αμερικανικών charts. Στο Ηνωμένο Βασίλειο σκαρφάλωσε έως την έκτη θέση, ενώ, μια δεκαετία αργότερα, το κομμάτι συμπεριλήφθηκε -για πρώτη φορά σε προσωπική συλλογή πλέον- στο προαναφερθέν album …Hits (1998), με ορισμένες από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του Βρετανού.

  1. Hang In Long Enough (04:44) – …But Seriously (1989)

Κόντευαν να συμπληρωθούν σχεδόν πέντε χρόνια από τον τελευταίο δίσκο του Phil Collins. Ενδιάμεσα είχε επιστρέψει ακόμη μία φορά με τους Genesis, παρουσιάζοντας το σπουδαίο Invisible Touch (1986) ενώ είχε ακολουθήσει βεβαίως η προαναφερθείσα ταινία Buster (1988). Στα μέσα του 1989 ο Βρετανός δημιουργός επανήλθε στο studio ηχογραφώντας το υλικό που θα συνέθετε το τέταρτο studio album του. Κεφαλαιοποιώντας το διάστημα αναμονής του κόσμου, ο Phil πραγματοποιεί στροφή πολλών μοιρών σε στιχουργικό επίπεδο, μετριάζει την ανάλαφρη περί συναισθηματικών θεματολογία του και θίγει πλέον κοινωνικοπολιτικά και οικονομικά ζητήματα μέσα από το But Seriously, που κυκλοφόρησε τέλη Νοεμβρίου. Το άλμπουμ έγινε no. 1 παντού(!), παραμένοντας συνολικά επί 15 εβδομάδες (8+7) στην κορυφή των βρετανικών charts(!), σε μια επίδοση-ρεκόρ στο Νησί για μεμονωμένο καλλιτέχνη έως τότε. Στο παρελθόν, ο μόνος που τα είχε πάει ακόμη καλύτερα ήταν ο Elvis Presley, και μάλιστα δύο φορές (22 και 18 εβδομάδες αντίστοιχα), με τα soundtracks των ταινιών G.I. Blues (1960) και Blue Hawaii (1961), στις οποίες και πρωταγωνίστησε. Για την ιστορία, το But Seriously έπεσε για μία εβδομάδα από την κορυφή, από το πρωτοεμφανιζόμενο Colour των Christians.

Το εντυπωσιακό του πράγματος είναι ότι ο δίσκος του Collins κυμάνθηκε περίπου σε 14 εκ. αντίτυπα παγκοσμίως, πολύ μακριά από τα 25 εκ. του No Jacket Required, την ίδια στιγμή όμως που οι πωλήσεις του αυξήθηκαν κατακόρυφα σχεδόν σε όλες τις χώρες του κόσμου πλην Η.Π.Α., στις οποίες σημειώθηκε η τεράστια απόκλιση. Εκεί το But Seriously έγινε άμεσα τρεις φορές platinum και ακόμη μία έως το 1994 (δηλαδή 4 εκ. αντίτυπα συνολικά), έναντι των δώδεκα του προκατόχου του! Ιδίως στην Ευρώπη, ωστόσο, τα νούμερα αυτά ήταν αντίστροφα. Στην Αγγλία το άλμπουμ πιστοποιήθηκε οκτώ φορές platinum στον πρώτο χρόνο και ακόμη μία το 2016 (έναντι των έξι πλατινών του προκατόχου του). Μέχρι σήμερα το But Seriously, και όχι το No Jacket Required, βρίσκεται μεταξύ των 40 κορυφαίων άλμπουμ όλων των εποχών σε πωλήσεις στη Μεγάλη Βρετανία (2,75 εκ. αντίτυπα), καταλαμβάνοντας την 37η θέση. Στη Γερμανία ο δίσκος πούλησε 3 εκ., διπλάσια από τον προηγούμενο. Στη Γαλλία 1 εκ. έναντι 600 χιλ., στην Ιταλία και την Ισπανία από 750 χιλ. έναντι 100 χιλ. αντίστοιχα κ.ο.κ.!

Το Hang In Long Enough ανοίγει πανηγυρικά το άλμπουμ, συνεχίζοντας ακριβώς από εκεί που είχε σταματήσει το προηγούμενο του Phil, με τα πνευστά των Phenix Horns να δίνουν το στίγμα από το πρώτο δευτερόλεπτο και τα drums του Βρετανού να αναλαμβάνουν κυρίαρχο ρόλο έναντι του drum machine του παρελθόντος. Ένα άκρως χορευτικό rock κομμάτι, με funky διάθεση, που αν δεν είχε κυκλοφορήσει ως έκτο και τελευταίο single του δίσκου, σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, θα είχε οπωσδήποτε ένα πολύ καλύτερο πλασάρισμα στα charts, καθώς ξεσηκώνει καθ’ όλη τη διάρκειά του. Σε όλες τις περιοδείες που το ερμήνευσε ζωντανά ο σπουδαίος δημιουργός και performer, από κάτω γινόταν χαμός!

Το συνοδευτικό βίντεο είναι απλά υπέροχο, και όχι για πρώτη φορά στην καριέρα του Collins έως εκείνη τη στιγμή, καθώς εμφανίζεται να ερμηνεύει με ολόκληρη τη μπάντα και ένα μεγάλο μπαλέτο μπροστά σε θεατές αριστοκρατικής κοινωνικής τάξης, σ’ ένα υπερπολυτελές κρουαζιερόπλοιο που παραπέμπει άμεσα στον Τιτανικό. Άλλωστε δανείζεται πλάνα από την ταινία A Night to Remember (1958), ωστόσο το πλοίο ονομάζεται S. S. Udio, αναφερόμενο βεβαίως χιουμοριστικά στο Sussudio! Ο Phil, η μπάντα και το χορευτικό του εμφανίζονται με φαντεζί κουστούμια και πάντοτε σε έγχρωμο φόντο, σε αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα πλάνα των «υψηλών προσκεκλημένων» και του πλοίου, που προβάλλονται πάντοτε ασπρόμαυρα. Οι θεατές σοκάρονται αρχικά από το προκλητικό θέαμα και τον ανοίκειο ήχο, ωστόσο το μουσικοχορευτικό σχήμα αρχίζει να τους κερδίζει σταδιακά. Πλην όμως, και παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του τραγουδιστή για το αντίθετο, οι μουσικοί παίζουν τόσο δυνατά, με αποτέλεσμα το καράβι να αρχίζει να εμφανίζει ρωγμές, οι μεντεσέδες να ξεχαρβαλώνονται, οι βίδες να ξεβιδώνονται, τα παράθυρα να σπάνε και το S. S. Udio να μπάζει πλέον νερά! Η συνέχεια επί της οθόνης! “Just hang in long enough”!

  1. Do You Remember (04:35) – …But Seriously (1989)

Στις Η.Π.Α. το But Seriously αποδείχθηκε το δεύτερο και τελευταίο no. 1 studio album του Phil Collins, παραμένοντας στην κορυφή για τέσσερεις εβδομάδες συνολικά. Στα φωνητικά του Do You Remember συμμετέχει ο Stephen Bishop, ο οποίος τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε γράψει το Separate Lives, όπως ήδη σημειώθηκε. Εν προκειμένω, το τραγούδι κυκλοφόρησε στην Αμερική πέντε μήνες μετά το δίσκο, ως τέταρτο single, μέλλοντας να είναι το 13ο και τελευταίο top 10 hit του Βρετανού στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού (no. 4). Η όμορφη soft rock μπαλάντα ηχογραφήθηκε επίσης στην προαναφερθείσα συναυλία του Phil στο Βερολίνο (15/7/90) στο πλαίσιο του Seriously, Live! World Tour (1990), συμπεριλήφθηκε στο live album Serious Hits… Live!, που κυκλοφόρησε αργότερα εντός του έτους, και παρουσιάστηκε ως single στην Ευρώπη.

  1. Something Happened on the Way to Heaven (04:50) – …But Seriously (1989)

Παρουσιάζει ίσως την πιο εκρηκτική εισαγωγή στο σύνολο της προσωπικής δισκογραφίας του Collins, σε μουσική δική του και του Daryl Stuermer, με στίχους του πρώτου. Ο τρόπος με τον οποίο ο Βρετανός ενσωμάτωσε τα πνευστά των Phenix Horns σε ολόκληρη τη διαδρομή του ήταν και παραμένει εντυπωσιακός, συνδιαμορφώνοντας ένα πολυσύνθετο αποτέλεσμα με εμφανείς επιρροές από διαφορετικά είδη της μουσικής και ιδιαίτερη αγάπη προς τη σχετική κουλτούρα των μαύρων Αμερικανών, κυρίαρχη για πολλές δεκαετίες στις Η.Π.Α.. Το Something Happened on the Way to Heaven κυκλοφόρησε και αυτό περίπου πέντε μήνες μετά το άλμπουμ, ως τρίτο single, ανεβαίνοντας στην τέταρτη θέση των αμερικανικών charts. Στο μεγαλύτερο μέρος της περιοδείας του But Seriously, το τραγούδι ερμηνευόταν στον τόνο της studio version, ωστόσο αυτός κατέβηκε κάποια στιγμή κατά έναν, εξακολουθώντας έτσι μέχρι το τελευταίο tour του καλλιτέχνη.

  1. I Wish It Would Rain Down (05:27) – …But Seriously (1989)

Στην ηλεκτρική κιθάρα δεσπόζει αυτή τη φορά ο «τεράστιος» Eric Clapton, ο οποίος πρόσφατα είχε καλέσει τον Phil Collins να παίξει drums και να κάνει τα φωνητικά στο Bad Love, που συμπεριλήφθηκε στο album Journeyman (1989). Μάλιστα για την ερμηνεία του στο συγκεκριμένο τραγούδι ο Clapton απέσπασε Grammy στην κατηγορία Best Male Rock Vocal Performance. Ο ίδιος είχε παραπονεθεί στον Phil ότι εκείνος δεν τον έχει καλέσει ποτέ να παίξει σε δικό του δίσκο, σε αντίθεση με άλλους καλλιτέχνες, και κάπως έτσι ο Eric ανέλαβε να κάνει τη διαφορά στην περίπτωση του I Wish It Would Rain Down, με τον χαρακτηριστικό ήχο του και ένα υπέροχο σόλο στο τελευταίο μέρος.

Το τραγούδι παρουσιάζει gospel χορωδιακά φωνητικά αλλά και ορισμένες ομοιότητες με το σπουδαίο Wish You Were Here των κορυφαίων, Pink Floyd (1975). Κυκλοφόρησε ως δεύτερο single του But Seriously, σχεδόν δύο μήνες αργότερα, κι έγινε top 10 hit σε πολλές χώρες του κόσμου. Στην Αμερική ανέβηκε στην τρίτη θέση, ενώ στη Μεγάλη Βρετανία έως το no. 7. Το συνοδευτικό βίντεο διαρκεί τρία λεπτά περισσότερο, με μια εκτεταμένη θεατρική εισαγωγή, στην οποία ο σκηνοθέτης μιας μουσικοθεατρικής παράστασης, τον οποίον υποδύεται ο Jeffrey Tambor, αναζητά τον αντικαταστάτη του άρρωστου πρωταγωνιστή του, τουλάχιστον για τις ανάγκες του συγκεκριμένου τραγουδιού. Collins και Clapton συμπρωταγωνιστούν εδώ, ενώ σε ρόλο κομπάρσου εμφανίζεται και ο co-drummer, Chester Thompson. Το χιούμορ είναι διάχυτο καθ’ όλη τη διάρκεια, ενώ δεν απουσιάζουν τα inside jokes που αφορούν το καλλιτεχνικό παρελθόν του Phil.

  1. Saturday Night and Sunday Morning (01:25) – …But Seriously (1989)

Ελλείψεως διαθέσιμου χώρου, η original version του LP αναγκάστηκε να παραλείψει δύο από τα δώδεκα τραγούδια του άλμπουμ, που όμως συμπεριλήφθηκαν κανονικά στην κασέτα και το CD, στα οποία μάλιστα τα κομμάτια παρουσιάζονται με διαφορετική διάταξη, ιδίως όσον αφορά την τοποθέτηση των Find A Way to My Heart, Father to Son, I Wish It Would Rain Down και Do You Remember. Η remastered έκδοση του βινυλίου προσαρμόστηκε πλέον στη σειρά των «ολοκληρωμένων» versions του παρελθόντος. Το Saturday Night and Sunday Morning, αυτό το ορχηστρικό «σφηνάκι», ήταν ένα από τα δύο κομμάτια που κόπηκαν από το αυθεντικό LP. Συνυπογράφεται από τους Collins και Thomas Clay Washington (Tom Tom 84), με τον πρώτο να δίνει πραγματικό ρεσιτάλ στα drums και τον δεύτερο να ενορχηστρώνει τα απολαυστικά μέρη των Phenix Horns. Από την περιοδεία που ακολούθησε, η ζωντανή απόδοση του τραγουδιού στην προαναφερθείσα συναυλία του Βερολίνου (15/7/90) συμπεριλήφθηκε αρχικά στη σχετική βιντεοκασέτα Seriously Live in Berlin (1990) και αργότερα στο DVD Serious Hits… Live! (2003), από το ίδιο concert. Η συγκεκριμένη εκτέλεση, με εισαγωγικό intro στα τύμπανα σε αντίθεση με τη studio version, εντάχθηκε στο bonus disc της remastered edition του But Seriously.

  1. Another Day in Paradise (05:22) – …But Seriously (1989)

Είναι το πιο εμβληματικό τραγούδι του άλμπουμ και ανοίγει τη δεύτερη πλευρά του. Ως lead single κυκλοφόρησε ένα μήνα νωρίτερα, σηματοδοτώντας τη στιχουργική στροφή του Phil Collins προς μιάν άλλη κατεύθυνση, δίχως ωστόσο να «απαρνιέται» στο But Seriously βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία του από το παρελθόν, όπως έχει ήδη διαφανεί. Στην Αγγλία ανέβηκε έως τη δεύτερη θέση, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες έγινε το έβδομο και τελευταίο no. 1 του, παραμένοντας στην κορυφή για τέσσερεις εβδομάδες (τις δύο τελευταίες των ‘80s και τις δύο πρώτες των ‘90s), περισσότερο από κάθε άλλο τραγούδι του Βρετανού.

Ο καλλιτέχνης εμπνέεται στιχουργικά και θέτει τον προβληματισμό από εικόνες που αντικρίζουμε όλοι όταν περπατάμε στο δρόμο, προσποιούμενοι πολλές φορές ότι δεν είδαμε, δεν ακούσαμε, δεν καταλάβαμε ή που απλώς αγνοήσαμε, εικόνες οι οποίες στην περίπτωσή του ενισχύθηκαν ως αντίφαση όταν τις συνάντησε μερικές εκατοντάδες μέτρα μακριά από το Καπιτώλιο της Ουάσιγκτον. Θίγει έτσι με ευαισθησία το πανανθρώπινο ζήτημα της αστεγίας, που αφορά κυρίως και κατ’ εξοχήν όσους θεωρούν ότι δεν τους αφορά καθόλου. Παρά ταύτα το τραγούδι δέχτηκε αντικρουόμενες κριτικές, εκ των οποίων οι αρνητικές καταλόγιζαν στον Phil Collins υποκριτική στάση και διάθεση εμπορευματοποίησης του προβλήματος για ίδιον όφελος. Η λεπτομέρεια είναι ότι ο ίδιος, μέσα από τους στίχους του, δε δηλώνει ποτέ αθώος… Το Another Day in Paradise βραβεύτηκε με Grammy στην κατηγορία Record of the Year, ενώ το single έγινε χρυσό μόλις το 2022 στη Μεγάλη Βρετανία, αλλά άμεσα στις Η.Π.Α., στις οποίες μάλιστα αναδείχθηκε έβδομο μεταξύ των κορυφαίων hits της χρονιάς για το 1990.

  1. Heat on the Street (03:51) – …But Seriously (1989)

Παρότι υπάρχει στην κασέτα και το CD που είχε κυκλοφορήσει τότε, είναι το δεύτερο track που κόπηκε από το original LP. Το 2016 αποκαταστάθηκε στη θέση του μέσα από το σχετικό remaster του άλμπουμ. Πρόκειται για ένα κλασικό pop rock κομμάτι, που μαζί με το Saturday Night and Sunday Morning, το έτερο κομμένο από το αυθεντικό βινύλιο, παρουσιάστηκε εν πρώτοις ως B-side στο single του Another Day in Paradise. Το Heat on the Street είναι ένα από τα πιο ευχάριστα και χορευτικά τραγούδια της δισκογραφίας του Phil, που όμως δεν έλαβε ποτέ ανάλογη αναγνώριση, καθώς υποχώρησε σχετικά γρήγορα μπροστά σε μεγαλύτερες επιτυχίες του. Εμείς όμως το αγαπάμε ιδιαίτερα, και γι’ αυτό το αναδεικνύουμε!

  1. That’s How I Feel (05:04) – Hang in Long Enough Single (B-side) [1990]

Είναι το πρώτο από τα τρία B-sides που συμπεριλαμβάνονται στη λίστα μας. Παρουσιάστηκε στο έκτο και τελευταίο single του But Seriously, ενώ αργότερα μπήκε στο bonus disc της remastered έκδοσης του δίσκου. Ένα τραγούδι πολύ κοντά στο προηγούμενο, το οποίο ενδείκνυται να ακούγεται αμέσως μετά. Σε ένα από τα μεταγενέστερα άλμπουμ του Collins, το That’s How I Feel θα μπορούσε να χωρέσει πολύ άνετα, ωστόσο εν προκειμένω δυσκολεύτηκε, παρότι είναι πολύ καλό και εξίσου ξεσηκωτικό για τη θέση στην οποία περιορίστηκε τελικά. Τα drums του Phil, τα πνευστά των Phenix Horns και η ηλεκτρική κιθάρα -πιθανότατα του Stuermer– κυριαρχούν, χαρίζοντας ένα ακόμη εκρηκτικό αποτέλεσμα, με ένα μάλλον απρόσμενο -και ως εκ τούτου διασκεδαστικό- φινάλε!

  1. You’ve Been in Love (That Little Bit Too Long) [04:49] – I Wish It Would Rain Down Single (B-side) [1990]

Το δεύτερο B-side της λίστας μας συμπεριλήφθηκε στο δεύτερο single του But Seriously, ενώ και αυτό βρήκε μια θέση στο bonus disc της remastered edition του άλμπουμ. Αυτή τη φορά ο Phil προειδοποιεί μέσα από τους στίχους του ότι όλη αυτή η αλλαγή στη συμπεριφορά της μάλλον δεν είναι τυχαία. Οι τυποποιημένες αποκρίσεις της κάθε πρωί δίνουν τη σκυτάλη σε ένα ξαφνικό ιδιαίτερο ενδιαφέρον προς εσένα θεωρητικά, όσο και προς την εμφάνισή της, ενώ πλέον τριγυρίζει τραγουδώντας ερωτικά τραγούδια που είχες να ακούσεις χρόνια! Αλλά κάτι άλλο τρέχει στο μυαλό της… το νου σου! “You’ve been in love that little bit too long”! Ένα πολύ όμορφο mid-tempo κομμάτι, που ξεχωρίσαμε γρήγορα από τα «κρυμμένα» της δισκογραφίας του Βρετανού δημιουργού.

  1. We Wait and We Wonder (07:01) – Both Sides (1993)

Τέσσερα χρόνια μετά το But Seriously, ο Phil Collins επέστρεψε με το πέμπτο studio album της προσωπικής του διαδρομής, ενώ ενδιάμεσα είχε μεσολαβήσει ακόμη ένας δίσκος του ως μέλος των Genesis, το We Can’t Dance (1991). Ο συγκεκριμένος ήταν ο εμπορικότερος όλων για τη μπάντα, και θα αποδεικνυόταν ο τελευταίος του βραχύσωμου δημιουργού με το συγκρότημα στα 25 χρόνια παρουσίας του σ’ αυτό έως το 1996, όταν και ανακοίνωσε την αποχώρησή του. Το Both Sides υπήρξε ο πρώτος δίσκος του Βρετανού που δεν κατόρθωσε να μπει στο top 10 των αμερικανικών charts (no. 13), ξεκινώντας μια καθοδική πορεία μέχρι τέλους, παρότι και αυτός έγινε άμεσα -ο τελευταίος του- πλατινένιος. Αντιθέτως, τα άλμπουμ του Phil εξακολούθησαν να διατηρούνται στις κορυφαίες θέσεις των charts του Ηνωμένου Βασιλείου, με εξαίρεση το Testify (no. 15). Μεταξύ των πέντε πρώτων δίσκων του, το Both Sides έγινε το τέταρτο no. 1, όπως επίσης σε αρκετές ακόμη ευρωπαϊκές χώρες, σαρώνοντας τόσο στο Μεγάλο Νησί με δύο πλατίνες (600 χιλ. αντίτυπα), όσο κυρίως στη Γερμανία με τρεις (1,5 εκ.!).

Το Both Sides είναι ένα πολύ ιδιαίτερο project, καθώς πρόκειται για το μοναδικό από τα οκτώ studio albums του Collins, στο οποίο παίζει όλα τα όργανα στο σύνολο των τραγουδιών(!), ενώ είναι και αποκλειστικά υπεύθυνος για την παραγωγή, αναστέλλοντας την πάγια συνεργασία του με τον Hugh Padgham, που θα ολοκληρωνόταν με τον αμέσως επόμενο δίσκο. Ευρισκόμενος στα πρόθυρα διαζυγίου και με τη δεύτερη σύζυγό του, ο Collins γράφει… νεράκι τη μουσική και τους στίχους του μεγαλύτερού του άλμπουμ σε διάρκεια, που ανέρχεται σε 67 λεπτά, ενώ, πολλά χρόνια αργότερα, έχοντας την επιμέλεια όλων των παραπάνω, θα το χαρακτηρίσει ως το αγαπημένο του από άποψη συγγραφής των τραγουδιών και καλλιτεχνικής προοπτικής σε δημιουργικό επίπεδο γενικότερα. Οι στίχοι γράφτηκαν στο σπίτι του, όπου και ηχογράφησε τα lead vocals, έχοντας διαπιστώσει ότι στα demos των κομματιών του τραγουδούσε πάντοτε με περισσότερη καρδιά απ’ ό,τι στο στούντιο, φορώντας ακουστικά και περιστοιχισμένος από κόσμο.

Το We Wait and We Wonder είναι το μεγαλύτερο τραγούδι της λίστας μας σε διάρκεια και δεύτερο μεγαλύτερο του Both Sides. Έχει βαθύτατα πολιτικό περιεχόμενο, εμπνευσμένο από τις τρομοκρατικές επιθέσεις του IRA στη Μεγάλη Βρετανία καθ’ όλη εκείνη την περίοδο, και όχι μόνο, με πιο πρόσφατη αφορμή τις βόμβες που εξερράγησαν στο Warrington στις 26/2 και 20/3/93. Η δεύτερη περίπτωση κόστισε τη ζωή δύο παιδιών ηλικίας τριών και δώδεκα ετών, ενώ ακόμη 54 άνθρωποι τραυματίστηκαν. Μέσα από το κομμάτι ο Phil Collins εκφράζει την αγωνία του για τη συνεχιζόμενη κατάσταση και την απροθυμία των δύο πλευρών για την εξεύρεση μιας ειρηνικής λύσης άμεσα, που θα αποτρέψει περαιτέρω αιματοκύλισμα. So we wait and we wonder…”, πόσο ακόμα; Το τραγούδι ξεχωρίζει από το χαρακτηριστικό riff που ακούγεται εξ αρχής και για μεγάλα διαστήματα, στο οποίο μέσα από τα πλήκτρα του Βρετανού βγαίνουν… γκάιντες! Το We Wait and We Wonder κυκλοφόρησε ως τρίτο και τελευταίο single του Both Sides έξι μήνες αργότερα, έχοντας μικρότερη διάρκεια κατά ένα και πλέον λεπτό.

  1. Lorenzo (05:51) – Dance into the Light (1996)

Έχοντας ανακοινώσει νωρίτερα εντός του έτους την αποχώρησή του από τους Genesis, ο Phil παρουσιάζει το έκτο studio album του, τρία χρόνια μετά το προηγούμενο. 14 χρόνια αργότερα και τρεις συνεχόμενους δίσκους, το Dance into the Light έγινε ο πρώτος που δεν κατόρθωσε να ανεβεί στην κορυφή των βρετανικών charts, κάτι που είχε να συμβεί από την εποχή του Hello, I Must Be Going! Ο συγκεκριμένος μάλιστα περιορίστηκε στην τέταρτη θέση, ενώ και οι πωλήσεις ήταν πολύ χαμηλότερες. Για πρώτη φορά ένα προσωπικό άλμπουμ του Collins δεν έγινε πλατινένιο, ούτε στην Αγγλία ούτε στην Αμερική, παρότι στη Γερμανία τα κατάφερε ξανά (500 χιλ. αντίτυπα).

Εν προκειμένω ο καλλιτέχνης επιστρέφει σε πιο παραδοσιακές ατραπούς ως προς τη δημιουργία του δίσκου, με τους γνώριμους συνεργάτες του να τον πλαισιώνουν και πάλι, αλλά τη θέση των Phenix Horns να παίρνουν πλέον οι Vine Street Horns, που είχαν ήδη πλαισιώσει τον καλλιτέχνη για τις ανάγκες του Both Sides of the World Tour (1994/95). Το γκρουπ αποτελείτο από τους Andrew Woolfolk στα σαξόφωνα, τον Arturo Velasco στο τρομπόνι, τους Daniel Fornero και Harry Kim στην τρομπέτα. Ο τελευταίος ήταν ο ιδρυτής του συγκεκριμένου σχήματος, έχοντας συμμετάσχει νωρίτερα στους Phenix Horns κατά την ηχογράφηση του …But Seriously. Η μικρότερη απήχηση του Dance into the Light -και ακόμη περισσότερο του Testify, που ακολούθησε μόλις το 2002- κάθε άλλο παρά επηρέασε την προσέλευση του κόσμου στα tours του Phil, ο οποίος συνέχισε να σαρώνει σε ολόκληρο τον κόσμο! Ο δίσκος παρουσιάζει επίσης για πρώτη φορά τη σπουδαία Amy Keys στα backing vocals μιας σειράς τραγουδιών, την Αμερικανίδα ερμηνεύτρια η οποία έμελλε να ακολουθήσει τον Collins σε όλες τις περιοδείες του έκτοτε. Αρκεί να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη μετρά στο παλμαρέ της έως σήμερα συνεργασίες με κορυφαίους δημιουργούς και ερμηνευτές, όπως οι Elton John, Barbara Streisand, Toto, Sting, Stevie Wonder, Ringo Starr, Joe Cocker και Herbie Hancock.

Το Lorenzo αφορά τη θλιβερή ιστορία του νεαρού Lorenzo Odone, ο οποίος έπασχε από αδρενολευκοδυστροφία (ALD), μια σπανιότατη και ανίατη εκφυλιστική ασθένεια, με την οποία διαγνώστηκε στην Αφρική σε ηλικία μόλις έξι ετών, το 1984. Οι γονείς του, Augusto και Michaela, αφιέρωσαν τη ζωή τους στην εύρεση θεραπείας, ιδρύοντας τη ΜΚΟ Myelin Project, με βάσεις στις Η.Π.Α., τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη βοήθεια ερευνητών επιστημόνων από αρκετά πανεπιστήμια του κόσμου. Η πειραματική και αμφιλεγόμενη θεραπεία που εφαρμόστηκε έγινε γνωστή ως Lorenzo’s Oil, το οποίο έπινε ο νεαρός, δίχως πάντως να εμφανίσει ουσιαστική βελτίωση. Κλινήρης, ανήμπορος να κουνηθεί ή ακόμη και να μιλήσει, η μόνη δυνατότητα επικοινωνίας προέκυπτε με ανοιγοκλείσιμο των ματιών ή κίνηση των δακτύλων.

Η περιπέτεια της οικογένειας έγινε ευρύτερα γνωστή μέσα από την ταινία Lorenzo’s Oil (1992), με πρωταγωνιστές τους Nick Nolte και Susan Sarandon στο ρόλο των γονέων. Οι στίχοι, τους οποίους μελοποιεί στο Lorenzo ο Phil Collins, ανήκουν σ’ ένα ποίημα που έγραψε η Michaela Odone για το παιδί της. Η ίδια μάλιστα του είχε απευθυνθεί προ ετών, ζητώντας του να γράψει τη μουσική. Και καθώς ο καλλιτέχνης τύχαινε ήδη να έχει δει την ταινία, η οποία τον άγγιξε ιδιαίτερα, δεν το σκέφτηκε στιγμή. Από την οικογένεια Odone πρώτα πέθανε η μητέρα το 2000 από καρκίνο του πνεύμονα (61 ετών), ενώ το 2008 έφυγε και ο Lorenzo, μία μέρα μετά τα 30ά γενέθλιά του. Το 2013 αναχώρησε και ο Augusto σε ηλικία 80 ετών. Μια ολόψυχη ζωντανή ερμηνεία του τραγουδιού υπάρχει στο DVD Live And Loose In Paris (1997), από μία εκ των δύο συναυλιών που έδωσε ο Collins στη γαλλική πρωτεύουσα στο πλαίσιο του Trip into the Light World Tour.

  1. I Don’t Want to Go (02:56) – It’s in Your Eyes Single (B-side) [1996]

Είναι το τρίτο και τελευταίο B-side της λίστας μας και ένα ακόμη από τα εύθυμα χορευτικά τραγούδια του Phil Collins, από τα οποία δύσκολα μπορούμε να παραλείψουμε κάποια, αν και το έχουμε κάνει. Παρότι το άλμπουμ αποτελείται για πρώτη φορά από 13 τραγούδια, έναντι των προηγούμενων του Βρετανού, που δεν υπερέβαιναν τα δώδεκα, το I Don’t Want to Go είναι μεταξύ εκείνων που κόπηκαν. Συμπεριλήφθηκε όμως στο δεύτερο single του δίσκου, που κυκλοφόρησε δύο μήνες μετά, ενώ αργότερα βρήκε διέξοδο στο bonus disc της remastered edition του Dance into the Light. Τα drums του Phil ξεχωρίζουν και πάλι, απλώς και μόνο αγκαλιάζοντας την απλότητα και το ρυθμό του κομματιού. Δεν είναι τυχαίο ότι, στις μέσα σελίδες του CD, ο ίδιος θεώρησε αναγκαίο να σημειώσει στο τέλος, με ομολογουμένως χιουμοριστικό τρόπο, πως αυτή τη φορά δεν έχει χρησιμοποιήσει drum machine!

  1. Just Another Story (06:24) – Dance into the Light (1996)

Είναι ένα από τα πιο underground τραγούδια της δισκογραφίας του Collins. Η πρώτη στροφή θυμίζει άτυπο sequel, αν όχι spin-off, του υπέροχου No Son of Mine, που είχε γράψει για τους Genesis και το album We Can’t Dance, θίγοντας το σοβαρό ζήτημα της ενδοοικογενειακής βίας. Σύντομα όμως στρέφεται προς άλλες μικρές καθημερινές ιστορίες που… απλώς εκτραχύνθηκαν. Ένα mid-tempo κομμάτι, «καθηλωμένο στη γη» καθ’ όλη την αρκετά μεγάλη διάρκειά του, με διακριτικά πνευστά… στα όρια των φωνητικών, και τον επί μακρόν συνεργάτη του Phil στις περιοδείες, Brad Cole, να κάνει ένα ωραίο μελωδικό σόλο στα πλήκτρα στο τέταρτο λεπτό. Το Just Another Story παίχτηκε στην περιοδεία προώθησης του Dance into the Light, αλλά βεβαίως δε θα μπορούσε να αντέξει σε επόμενα tours. Παραμένει όμως διαφορετικό, ιδιαίτερο, μας αρέσει και το κρατάμε!

  1. Take Me Down (03:27) – Dance into the Light (1996)

Το συγκεκριμένο και τα επόμενα δύο τραγούδια μπορούν να ακουστούν κάλλιστα ως ένα, κατά προτίμηση με αυτή τη σειρά και μάλιστα από συγκεκριμένα live, καθώς το ένα είναι πιο ξεσηκωτικό από το άλλο, μέχρι το «βαρύ χαρτί» της όλης ιστορίας. Πριν από την κυκλοφορία του Dance into the Light, το Take Me Down συμπεριλήφθηκε ως B-side στο lead single του ομότιτλου κομματιού του δίσκου, που παρουσιάστηκε δύο εβδομάδες νωρίτερα. Στο πλαίσιο του Trip into the Light World Tour (1997) είναι απολαυστική η ζωντανή ερμηνεία του κομματιού από το Λονδίνο (13/12/97), που συμπεριλαμβάνεται στο bonus disc της remastered έκδοσης του άλμπουμ.

  1. Wear My Hat (04:44) – Dance into the Light (1996)

Είναι το τραγούδι με το οποίο ο Phil επιλέγει να σχολιάσει με πολύ χιούμορ πόσο πιεστικοί μπορούν να γίνουν κάποιες φορές οι fans όταν συνδέονται υπερβολικά με τους καλλιτέχνες μέσα από το έργο τους. Αρκεί να αναφερθεί ότι στο επίσημο βίντεο συμπρωταγωνιστεί ο Danny DeVito! Το Wear My Hat συνιστά ένα τρελό πανηγύρι από μόνο του, πόσο μάλλον όταν ο Βρετανός το ερμήνευε ζωντανά και ολόκληρα γήπεδα χόρευαν μαζί με τους μουσικούς! Κυκλοφόρησε ως το τέταρτο single του δίσκου και παρότι δεν έκανε γκελ στις μετρήσεις των charts, στα live η εικόνα ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη. Η αγαπημένη μας εκτέλεση προέρχεται από το First Final Farewell Tour (2004–2005) και τη συναυλία που έδωσε στο Παρίσι στις 16/6/04, η οποία παρουσιάστηκε την ίδια χρονιά στο DVD Finally… The First Farewell Tour. Και αυτή υπάρχει στο bonus disc της remastered version του Dance into the Light.

  1. Easy Lover (05:02) – Chinese Wall (1984)

Ο ύμνος! Εκτελώντας καθήκοντα παραγωγού, παίζοντας drums και πλήκτρα στο τρίτο studio album του -συνομήλικού του- Αμερικανού Philip Bailey, ο Phil Collins συγγράφει και ερμηνεύει μαζί του ένα από τα καλύτερα pop rock τραγούδια της χρονιάς αλλά και γενικότερα, και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού! Credits για τη δημιουργία του λαμβάνει επίσης ο Αμερικανός μπασίστας και backing vocalist Nathan East, μετέπειτα περιοδικός συνεργάτης του Collins σε ορισμένα άλμπουμ αλλά και περιοδείες του. Ο Bailey, τραγουδιστής της soul, της funk και όχι μόνο, ανήκε ήδη επί δώδεκα χρόνια στους Earth, Wind & Fire, από τους οποίους ο Phil είχε προλάβει να «αλιεύσει» τους Phenix Horns για τα δικά του projects. Το Easy Lover κυκλοφόρησε ως lead single, αλλά ένα μήνα μετά το ίδιο το Chinese Wall. Στην Αμερική σκαρφάλωσε έως το no. 2 και κατέλαβε τη 12η θέση των κορυφαίων hits της χρονιάς για το 1985, ενώ έγινε άμεσα χρυσό. Στο Ηνωμένο Βασίλειο έγινε επίσης gold, παραμένοντας επί τέσσερεις διαδοχικές εβδομάδες στην κορυφή των charts, ενώ στην εποχή της ψηφιοποίησης θεωρείται πλέον πλατινένιο.

Το τραγούδι γεννήθηκε επί τόπου ουσιαστικά, σε λιγότερο από δύο μέρες, καθώς Collins και Bailey jamάρανε. Το συνοδευτικό βίντεο είναι απλά υπέροχο, ξεκινώντας μ’ ένα εισαγωγικό σχόλιο του Phil σχετικά με τα γυρίσματα, ενώ σε μεγάλο μέρος του κομματιού οι δύο καλλιτέχνες κάνουν πλάκες μεταξύ τους, με τους τεχνικούς και λοιπούς παρατρεχάμενους ή τραγουδούν live επάνω στις φωνές τους! Το αποτέλεσμα ήταν τόσο καλό ώστε το Easy Lover βραβεύτηκε στα MTV Awards στην κατηγορία Best Overall Performance! Σε ορίζοντα τεσσάρων δεκαετιών δεν έλειψε ποτέ από τις συναυλίες του Βρετανού, και κάθε ερμηνεία ήταν εξίσου απολαυστική, με όποιους τραγουδιστές κι αν το έλεγε. Αμετακίνητος βράχος σε κάθε περίπτωση ο Daryl Stuermer, μ’ ένα εκρηκτικό σόλο στο δεύτερο μισό. Αν όμως πρέπει να διαλέξουμε μία live εκτέλεση, προέρχεται και αυτή από το Finally… The First Farewell Tour στο Παρίσι (2004). Ένας βασικός λόγος είναι η συμμετοχή της καθ’ όλα εντυπωσιακής Amy Keys, μαζί και με τον Lamont Van Hook (συνεργασίες με τους σπουδαίους Rod Stewart, Ray Charles, Stevie Wonder, Sting, Patti LaBelle και Diana Ross, μεταξύ άλλων), που ερμηνεύουν στο πλευρό του Phil. “She’s an easy lover / She’ll take your heart but you won’t feel it”!

  1. Hand in Hand (05:22) – Face Value (1981)

Είναι ένα αμιγώς ορχηστρικό κομμάτι, στο οποίο παιδικές χορωδίες του Λος Άντζελες κάνουν φωνητικά. Ολοκληρώνει την πρώτη πλευρά του παρθενικού άλμπουμ του Βρετανού και βασίζεται σε αυτοσχεδιασμούς δικούς του και των Phenix Horns. Είναι αλήθεια ότι δεν είχαμε εκτιμήσει αρκετά το Hand in Hand, μέχρι τη στιγμή που είδαμε μια extended version αυτού να ανοίγει τη συναυλία που παρουσιάζεται στο DVD Live And Loose In Paris (1997), με τον Phil να κατεβαίνει μόνος του από τις κερκίδες, ανάμεσα στον κόσμο, και να παίρνει τη θέση του στο κυκλικό stage στο κέντρο του Palais Omnisports de Paris-Bercy. Οι περισσότεροι μουσικοί βγαίνουν κάτω από τη σκηνή μετά από αυτόν και αποθεώνονται, έως τη στιγμή που οι Vine Street Horns αναλαμβάνουν δράση! Η συγκεκριμένη εκτέλεση περιλαμβάνεται στο bonus disc της remastered edition του Face Value. Στις πρώτες περιοδείες, το τραγούδι παιζόταν στο τελευταίο μέρος των συναυλιών, ωστόσο αυτό άλλαξε κατά το Seriously, Live! World Tour (1990) και το Trip into the Light World Tour (1997).

Encore

α. Two Worlds (03:18) – Tarzan: An Original Walt Disney Records Soundtrack (1999)

Για κάποιους η πρώτη ταινία κινουμένων σχεδίων Tarzan είναι αναπόσπαστο κομμάτι της παιδικής ηλικίας τους, και η φωνή του Phil Collins άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτήν. Το soundtrack κυκλοφορεί ένα μήνα πριν από το ντεμπούτο του film στους κινηματογράφους, και ο Βρετανός δημιουργός γράφει το σύνολο των τραγουδιών, ενώ το score επιμελείται ο Mark Mancina. Το άλμπουμ είναι τόσο καλό ώστε κατορθώνει να αναρριχηθεί στο top 5 των αμερικανικών charts και να γίνει άμεσα δύο φορές πλατινένιο! Το Tarzan εξελίσσεται στην πρώτη ταινία Disney της οποίας η μουσική ηχογραφείται σε πολλές γλώσσες, με τον Phil να ερμηνεύει τα τραγούδια του επίσης στα γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά και ισπανικά! Το Two Worlds ανοίγει την ίδια την ταινία και αυτονόητα το soundtrack, ενώ ο Phil εκτελεί μεταξύ άλλων και χρέη producer, σε οκτώ tracks συνολικά, όσα και ο Mancina. Στο άλμπουμ συμπεριλήφθηκε και μια δεύτερη version, για τα ραδιόφωνα, περίπου κατά μισό λεπτό μικρότερη, παραλείποντας το παρατεταμένο ορχηστρικό εισαγωγικό μέρος, στο οποίο ξεχωρίζουν τα κρουστά. Ως δεύτερο single, το κομμάτι κυκλοφόρησε τρεις μήνες μετά το soundtrack.

β. You’ll Be in My Heart (04:18) – Tarzan: An Original Walt Disney Records Soundtrack (1999)

Το soundtrack απέσπασε Grammy ως κορυφαίο της χρονιάς, ένα βραβείο που μοιράστηκαν οι Mancina και Collins. Το «δυνατό χαρτί» στην προκειμένη περίπτωση αποδείχθηκε το συγκεκριμένο τραγούδι, αποφέροντας στον Phil ό,τι του στερήθηκε με το Against All Odds. Το You’ll Be in My Heart βραβεύτηκε τόσο με Χρυσή Σφαίρα όσο και Όσκαρ, όπου αυτή τη φορά… του επετράπη να το ερμηνεύσει ζωντανά στην Τελετή Απονομής. Πρόκειται για ένα πανέμορφο κομμάτι, το οποίο ο Βρετανός είχε γράψει αρχικά ως νανούρισμα για την τότε δεκάχρονη κόρη του, Lily, περιγράφοντας ουσιαστικά τον αδιάσπαστο δεσμό που δημιουργεί η αγάπη ανάμεσα στον γονέα και το παιδί, παρά τις εξωτερικές διαφορές τους. Ένα μήνα μετά το άλμπουμ κυκλοφόρησε πλέον ως το πρώτο single, ενώ σάρωσε στην κατηγορία Adult Contemporary των αμερικανικών charts, που αφορά τον αέρα ραδιοφωνικών σταθμών, παραμένοντας στην κορυφή των μετρήσεων για 19 εβδομάδες συνολικά! Το προηγούμενο σχετικό ρεκόρ του Phil ήταν πέντε(!), με τα Two Hearts (1988) και Do You Remember? (1990).

γ. Son of Man (02:44) – Tarzan: An Original Walt Disney Records Soundtrack (1999)

Είναι κατά σειρά το τρίτο κομμάτι του soundtrack, ενώ κινηματογραφικά συνδυάζεται με την ενηλικίωση του Tarzan και την απόκτηση όλων εκείνων των απαραίτητων skills που θα του επιτρέψουν να αντέξει περισσότερο στον γεμάτο προκλήσεις επικίνδυνο κόσμο της ζούγκλας. Το Son of Man κυκλοφόρησε ως τέταρτο και τελευταίο single του άλμπουμ, εννιά μήνες αργότερα, με ειδοποιό διαφορά τις γραμμές της ηλεκτρικής κιθάρας, η οποία δεν υπάρχει στο soundtrack (ο τίτλος του YouTube βίντεο είναι παραπλανητικός) και δεν ακούγεται στη ταινία. Εμείς βεβαίως προτιμούμε τη version του single, που δίνει ακόμη πιο rock χαρακτηριστικά στο τραγούδι, το οποίο παραμένει ένα από τα πολυαγαπημένα μας σε κάθε περίπτωση.

δ. Strangers Like Me (02:59) – Tarzan: An Original Walt Disney Records Soundtrack (1999)

Το τραγούδι ανήκει στην άτυπη κατηγορία των κλασικών της ταινίας αυτής, καθώς ο Tarzan, μέσα από την πένα και τη φωνή του Phil Collins, αντιλαμβάνεται ότι τον συνδέουν περισσότερα πράγματα με τους άγνωστους που εμφανίστηκαν απρόσμενα στα λημέρια του, τον πολιτισμό τους και ιδιαίτερα την κοπέλα που βρίσκεται ανάμεσά τους. Το single του Strangers Like Me κυκλοφόρησε έξι μήνες μετά το soundtrack, ενώ, όπως στην περίπτωση του Son of Man, παρουσιάζει μια version (top 40 mix) με αισθητά αναβαθμισμένο το ρόλο της ηλεκτρικής κιθάρας αλλά και των drums. Από εκεί και πέρα, το συνοδευτικό βίντεο του κομματιού έχει γυριστεί επάνω στη radio mix edition, σε αντίθεση όλων αυτών με την πιο «smooth» εκτέλεση που ακούγεται στο film και συμπεριλαμβάνεται στο soundtrack.

Ολοκληρώνοντας το αφιέρωμα, έχει ενδιαφέρον μια συνολική εικόνα των συναυλιών του Phil Collins σε ορίζοντα τριών δεκαετιών και περισσότερων περιοδειών, προκειμένου να διαπιστώσουν όσοι δεν γνωρίζουν ήδη, σε τι επίπεδο ποιότητας και ενέργειας βρίσκονταν αυτές, και βεβαίως η σκηνική παρουσία του ίδιου του Βρετανού. Έχοντας αναφερθεί σε ορισμένες, είναι μια καλή ευκαιρία εν προκειμένω να τις συνοψίσουμε… μέσω των σχετικών βίντεο πλέον, καθώς σ΄ αυτές ως επί το πλείστον βρίσκονται οι αγαπημένες μας ζωντανές εκτελέσεις των τραγουδιών που επιλέξαμε. Η παλαιότερη μας επιστρέφει στο 1985 και το No Jacket Required World Tour, όταν και βιντεοσκοπήθηκε ένα live στο Ντάλας των Η.Π.Α. (29/5/85), που κυκλοφόρησε σε βιντεοκασέτα υπό τον τίτλο No Ticket Required. Η δεύτερη συναυλία προέρχεται από το Seriously, Live! World Tour και το Βερολίνο (15/7/90), που αρχικά κυκλοφόρησε επίσης σε βιντεοκασέτα ως Seriously Live in Berlin. Το τρίτο και τέταρτο concert έγιναν στη Χώρα του Φωτός, το Παρίσι, εν πρώτοις στο πλαίσιο του Trip into the Light World Tour (8-9/12/97), το οποίο παρουσιάστηκε στο DVD Live and Loose in Paris. Τέλος, από το First Final Farewell Tour, το live που έγινε στις 16/6/04 και παρουσιάστηκε επίσης σε DVD, υπό τον τίτλο Finally… The First Farewell Tour. Φτάνει τόσο!

Panos Tsiatsos

Πόσο απέχει το ονοματεπώνυμο από το nickname; Όσο ένα κείμενο που πρόλαβε «να ξεφύγει» με το πρώτο. Ο συγκεκριμένος απαντά στις προσφωνήσεις «Professor», «Severus» ή «Snape», ενίοτε συνδυασμένες σε μία. Είναι ένας αδιάφορος, αλλόκοτος τύπος -αν μπορεί να συμβαίνουν και τα δύο συγχρόνως, ο οποίος κατά κανόνα δεν έχει να πει απολύτως τίποτα. Καθότι παράξενος, δύσκολα θα τον αναζητήσεις, κι επειδή ούτε εκείνος είναι σαν την αγάπη, που «όλους τους βρίσκει», πιθανότατα δε θα συναντηθείτε πουθενά. Αν όμως τύχει και συμβεί μέσα στις λέξεις, ίσως είναι αλλιώς: «Όλα θα ‘ναι πάντα μαύρα, μα θα κρύβουν μια φωτιά».

Previous Story

Συναντήσαμε τους Spektrvm και μιλήσαμε για το ντεμπούτο album τους “Blood for Heaven” λίγο πριν ανέβουν στη σκηνή του Temple Athens στις 21 Ιανουαρίου

Next Story

Πρεμιέρα του 3ου κύκλου της σειράς “Big Sky” σήμερα, 19/1 στο FOX Life

Latest from Blog

Arch Enemy: Επίσημο μουσικό βίντεο για το νέο τραγούδι “Blood Dynasty”

Οι Σουηδοί/Καναδοί/Αμερικανοί τιτάνες του ακραίου metal Arch Enemy κυκλοφόρησαν το επίσημο μουσικό βίντεο για το ομώνυμο κομμάτι του επερχόμενου άλμπουμ τους “Blood Dynasty”. Το άλμπουμ αναμένεται να κυκλοφορήσει στις 28 Μαρτίου μέσω…

Οι Lacuna Coil παρουσίασαν το νέο single “Gravity”

Ενώ το 2025 έχει μόλις ξεκινήσει, οι θρύλοι του Ιταλικού metal Lacuna Coil έχουν ήδη ξεκινήσει δυναμικά με την κυκλοφορία του νέου τους single “Gravity”. Το κομμάτι, το οποίο συνοδεύεται από ένα…
Punked
Go toTop