Ανήκουν σε δύο εντελώς διαφορετικές εποχές, σε δύο γενιές μεταξύ των οποίων μεσολαβεί ακόμη μία, ενώ και η μουσική την οποία υπηρέτησαν δεν συναντιέται παρά κυρίως στον ευρύτερο χώρο της soul. Όμως η Janis Joplin και η Amy Winehouse κατόρθωσαν να «μιλήσουν» στη σύντομη περίοδο της δράσης τους με τρόπο που δεν έκανε καμία σύγχρονή τους καλλιτέχνις· δύο αδιανόητες φωνές για διαφορετικούς λόγους, τόσο ξεχωριστές, τόσο μοναδικές, τόσο χαρακτηριστικές. Η πρώτη θεωρείται μεταξύ των επιδραστικότερων artists ever, για όσα πρόλαβε να προσφέρει στα τέλη της δεκαετίας του ’60 έως την αυγή της επόμενης. Η δεύτερη έφερε στην καρδιά των ‘00s μια αυθεντική μουσική αύρα, ενός ήχου που μεσουρανούσε στις Η.Π.Α. περί τα μέσα του 20ού αιώνα, κατορθώνοντας πλέον να είναι την ίδια στιγμή τόσο σύγχρονος όσο vintage.
Η Janis ξεκίνησε το 1966 ως μέλος της νεοσύστατης (1965) rock μπάντας Big Brother and the Holding Company και πορεύτηκε μαζί τους για τα επόμενα δύο χρόνια, πριν συνεχίσει μόνη της για ακόμη δύο, όταν ο θάνατος τη βρήκε τόσο πρόωρα, μετά από χρόνια χρήση ναρκωτικών ουσιών και κατανάλωση αλκοόλ· μια υπερβολική δόση ηρωίνης, σε συνδυασμό κατά πάσα πιθανότητα με το ποτό, έμελλε να είναι αυτή που της έδωσε τη χαριστική βολή στις 4/10/1970. Το μεγάλο «ξεπέταγμά της» έγινε μέσα από το Cheap Thrills, τον δεύτερο και τελευταίο δίσκο της με το συγκρότημα, ενώ βεβαίως η τεράστια εμπορική επιτυχία της ακολούθησε μετά θάνατον, όταν κυκλοφόρησε το Pearl τρεις μήνες αργότερα, το δεύτερο και τελευταίο προσωπικό της studio album. Η Amy πρωτοεμφανίστηκε σε λίγο μικρότερη ηλικία, παρουσιάζοντας το 2003 το Frank όντας 20 ετών, ενώ το εμβληματικό Back to Black ακολούθησε το 2006 και ήταν το τελευταίο της μέχρι το 2011, όταν και ξεψύχησε από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, έχοντας αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα ιδίως κατά τα τελευταία πέντε χρόνια, ελέω του εθισμού της στο ποτό και τα ναρκωτικά. Κάπως έτσι βεβαίως εξηγείται και το γεγονός ότι σ’ αυτήν την καταληκτική περίοδο της σύντομης ζωής της δεν παρουσίασε ένα τρίτο αντίστοιχο project.
Κορυφαίες ερμηνεύτριες και σημαντικές δημιουργοί αμφότερες, ιδίως η Winehouse, η οποία υπογράφει ή συνυπογράφει τη συντριπτική πλειοψηφία των τραγουδιών των δύο δίσκων της. Η δε Joplin λαμβάνει αντίστοιχα credits στα περισσότερα από τα αγαπημένα μας τραγούδια της, έχοντας κάνει επίσης αρκετές διασκευές. Η Αμερικανίδα υπήρξε έννοια ταυτόσημη με το rock της εποχής της στη θηλυκή έκφανσή του, η φωνή που ενέπνευσε όσο καμία άλλη καλλιτέχνις στον συγκεκριμένο χώρο, αλλά δεν αξιώθηκε να δει ούτε την κυκλοφορία του Pearl. Τόσο η ίδια όσο και η Λονδρέζα Amy είχαν κάθε προοπτική να κυριαρχήσουν για δεκαετίες, αλλά οι αυτοκαταστροφικές τάσεις αυτών των κοριτσιών, για όποιους λόγους, άφησαν ένα δυσαναπλήρωτο κενό στη μουσική του λεγόμενου δυτικού κόσμου. Και τολμούμε να πούμε ότι αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο στην περίπτωση της Winehouse, λόγω της γενικότερης κατεύθυνσης που έχει πάρει η μουσική διανύοντας τον 21ο αιώνα, αναζητώντας εκείνες τις φωτεινές εξαιρέσεις που παραμένουν mainstream, αλλά ξεφεύγουν από τον κανόνα των χορευτικών wannabe μουσικών, πλην απορριμμάτων, τα οποία ενθαρρύνονται από πλατφόρμες τύπου TikTok και όχι μόνο.
Στη σύντομη διαδρομή της η Janis ξεκίνησε με τη μπάντα της από τον χώρο του ψυχεδελικού rock, με κάποια επιπλέον bluesy στοιχεία, δίχως μάλιστα να είναι η μοναδική τραγουδίστρια στο πρώτο άλμπουμ, κάτι που επαναλήφθηκε και στο δεύτερο, όταν τα blues εντάθηκαν και η υποκατηγορία του acid rock έκανε ακόμη πιο αισθητή την παρουσία της. Συνεχίζοντας σόλο, στον γνώριμο ήχο της προστέθηκαν σημαντικές soul και funk πινελιές, κάνοντας ακόμη πιο πολυδιάστατο το προφίλ της, εντυπωσιάζοντας για τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρίνεται σε κάθε περίπτωση, και με το Pearl να αποδεικνύεται πράγματι το «μαργαριτάρι» της Joplin, που όμως η ίδια δεν πρόλαβε να χαρεί ολοκληρωμένο. Η δε Winehouse πάντρεψε εξ αρχής περισσότερα χαρακτηριστικά στα τραγούδια της, με αφετηρία το R&B και το hip hop, διανθίζοντάς τα από εκεί και πέρα με έντονα jazz και soul στοιχεία, χαρίζοντας σε συνδυασμό με την ασύγκριτη φωνή της ένα πρωτότυπο όσο και ακαταμάχητο αποτέλεσμα.
Δύο εντελώς διαφορετικές φωνές, η Janis μια εκρηκτική mezzo-soprano με ανατριχιαστική τραχύτητα και βραχνάδα στις πιο ψηλές νότες, ενώ η Amy μια alto με γήινη και συνάμα μελωδική χροιά, με καθηλωτικά γυρίσματα, που σε στιγμές αποκαλύπτει αξιοσημείωτη έκταση και προκαλεί δέος, όταν συνειδητοποιεί κάποιος ότι δεν προέρχεται από την πραγματικότητα μιας άλλης εποχής, αλλά είναι σύγχρονη, ολοζώντανη και δημιουργική, υποσχόμενη επιτεύγματα που πολύ δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος στα ‘00s. Το υλικό που προσέφεραν στον χώρο είναι αναπόφευκτα περιορισμένο, δεδομένου του πρόωρου τέλους τους, αλλά πλουσιότατο σε περιεχόμενο. Γι’ αυτό και δεν δυσκολευτήκαμε ιδιαίτερα να ξεχωρίσουμε τα 25 -και κάτι- αγαπημένα μας τραγούδια των δύο σπουδαίων μορφών της αμερικανικής και βρετανικής μουσικής κουλτούρας, τοποθετημένα όπως τα φανταστήκαμε σε μια προσωπική playlist.
Intro. Mercedes Benz (01:47) – Pearl (1971)
Είναι το τελευταίο τραγούδι που ηχογράφησε η Janis Joplin, την 1/10/1970, μόλις τρεις μέρες πριν από τον χαμό της. Αποχαιρέτησε μ’ αυτό το χιουμοριστικό a cappella, που είχε γεννηθεί δυο μήνες νωρίτερα σ’ ένα μπαρ, σε συνεργασία με τους Bob Neuwirth (1939-2022) και Michael McClure (1932-2020). Ο πρώτος είχε ήδη προλάβει να συνεργαστεί με τον Bob Dylan, ως road manager και όχι μόνο, ενώ ο δεύτερος, ως συγγραφέας και ποιητής, μελετούσε ήδη τον «τεράστιο» Αμερικανό δημιουργό, είχε γνωριστεί μαζί του και αργότερα θα έγραφε σχετικά με το φαινόμενο “Dylan”. Το Mercedes Benz είναι το ένα από τα δύο κομμάτια του δίσκου στα οποία η Janis λαμβάνει credits δημιουργού και λειτουργεί ως μομφή(;) εναντίον του καταναλωτισμού, σατιρίζοντας -ή και όχι- το αμερικανικό όνειρο που είναι για όλους, αλλά μόνο ως τέτοιο. Στην εποχή της ψηφιοποίησης, πιστοποιήθηκε gold στις Η.Π.Α. το 2021.
- Move Over (03:43) – Pearl (1971)
Το δεύτερο και τελευταίο solo studio album της Janis έμελλε να είναι και το καλύτερό της. Σημαντικό μερίδιο ευθύνης γι’ αυτό φέρει ο παραγωγός Paul A. Rothchild, ο οποίος εκείνη την περίοδο ήταν ο μόνιμος producer των Doors. Στο συγκρότημα του σπουδαίου Jim Morrison, που κατά διαβολική σύμπτωση πέθανε δέκα μήνες μετά την Joplin, από παρόμοια αίτια με τις δύο κοπέλες του αφιερώματος και μάλιστα επίσης σε ηλικία 27 ετών, έχουμε αναφερθεί αναλυτικά σε προηγούμενη ευκαιρία. Το Pearl αποδείχθηκε το πλέον επιτυχημένο εμπορικά original project της Τεξανής και δεύτερο γενικότερα, πίσω από το συλλεκτικό Janis Joplin’s Greatest Hits (1973). Ανέβηκε στην κορυφή των αμερικανικών charts, παρέμεινε εκεί επί εννιά διαδοχικές εβδομάδες(!) και στο τέλος της χρονιάς αναδείχθηκε το τέταρτο καλύτερο άλμπουμ εντός συνόρων. Έγινε αμέσως χρυσό, ενώ το 1986 πιστοποιήθηκε τρεις φορές πλατινένιο και μία τέταρτη το 2000. Το Move Over ανοίγει το Pearl και είναι το έτερο τραγούδι στο οποίο η Joplin λαμβάνει credits ως songwriter, αυτή τη φορά μάλιστα αποκλειστικά. Στο μέσο του κομματιού ο John Till κάνει ένα απολαυστικό σόλο στην ηλεκτρική, σ’ αυτό το δυναμικό rock, που θέτει ευθύς-εξαρχής τα standards ενός άλμπουμ το οποίο περίμεναν άπαντες με τρομερό ενδιαφέρον, δεδομένου του προ τριών μηνών θανάτου της Janis.
- Women Is Losers (02:05) – Big Brother & the Holding Company (1967)
Το παρθενικό, ομώνυμο άλμπουμ της μπάντας ήταν αυτό διά του οποίου η Joplin συστήθηκε και επίσημα στον χώρο, παρότι η εμπορική απήχησή του αποδείχθηκε περιορισμένης κλίμακας. Το Women Is Losers ανοίγει τη δεύτερη πλευρά και είναι ένα κλασικό blues rock, το ένα από τα δύο τραγούδια του δίσκου στα οποία η Janis είναι η αποκλειστική songwriter, λαμβάνοντας επίσης credits συνδημιουργού σε ισάριθμα επιπλέον κομμάτια. Η φωνή της εκτείνεται εν προκειμένω σχεδόν σε όλο της το εύρος και εμψυχώνει τους στίχους της για τη ανισότητα που υφίστανται οι γυναίκες στις ανδροκρατούμενες κοινωνίες, αποτυπώνοντας ακριβώς αυτό το πρόβλημα και καλώντας έμμεσα σε ανατροπή της όλης κατάστασης.
- Tears Dry (04:08) – Lioness: Hidden Treasures (2011)
Η συλλογή αυτή κυκλοφόρησε περίπου 4,5 μήνες μετά τον θάνατο της Amy, συμπεριλαμβάνοντας ηχογραφήσεις, οι πρώτες εκ των οποίων επιστρέφουν στις μέρες ήδη πριν από το Frank (2003) και φτάνουν μέχρι το έτος του λυπηρού τέλους της. Παρά τις σχετικά καλές κριτικές που απλώς δέχτηκε, το Lioness: Hidden Treasures κυριάρχησε σε μια σειρά επιπέδων, μπαίνοντας στο top 5 των charts περισσοτέρων από είκοσι χώρες ανά τον κόσμο, ανεβαίνοντας στην κορυφή αρκετών εξ αυτών, μεταξύ των οποίων του Ηνωμένου Βασιλείου. Στις Η.Π.Α. συμπλήρωσε την πεντάδα, ενώ ιδίως στη Μεγάλη Βρετανία σάρωσε σε πωλήσεις, καθώς πιστοποιήθηκε άμεσα δύο φορές πλατινένιο και ακόμη μία το 2020. Το Tears Dry είναι στην πραγματικότητα η αυθεντική version που ηχογραφήθηκε, αλλά δεν προκρίθηκε για το προ πενταετίας Back to Black, όπου το τραγούδι παρουσιάστηκε ως Tears Dry on Their Own. Τότε ήταν ένα popάκι με soul χαρακτηριστικά, εδώ όμως κυκλοφορεί ως μια υπέροχη μπαλάντα, με ελαφρώς τροποποιημένους στίχους. Σε κάθε περίπτωση, η Winehouse δανείζεται συνειδητά ορισμένα parts από τη μουσική του Ain’t No Mountain High Enough των Nickolas Ashford και Valerie Simpson, που ερμήνευσαν το 1967 οι Marvin Gaye και Tammi Terrell και διασκεύασε το 1970 η Diana Ross.
Ένα σημαντικό μέρος του Back to Black είχε γεννηθεί με αφορμή τον προσωρινό χωρισμό της Amy από τον σύντροφό της, που την παράτησε για να επιστρέψει στην πρώην του. Οι στίχοι του Tears Dry, δυο λέξεις οι οποίες επαναλαμβάνονται στο εμβληματικό ομώνυμο τραγούδι εκείνου του άλμπουμ, αναφέρονται ακριβώς σ’ αυτό το γεγονός. Παρά ταύτα, η ίδια δεν έμελλε να κάνει πράξη τους στίχους της, “I should just be my own best friend / Not fuck myself in the head with stupid men”, καθώς το 2007 εν τέλει παντρεύτηκε τον τυπά, παραμένοντας μαζί του την επόμενη διετία, σε μια σχέση που φάνταζε εξ ορισμού και εκ προοιμίου καταδικασμένη για μια σειρά λόγων, στο επίκεντρο των οποίων βρίσκονταν πάντοτε τα ναρκωτικά.
- Down On Me (02:07) – Big Brother & the Holding Company (1967)
Το original τραγούδι επιστρέφει τουλάχιστον τέσσερεις δεκαετίες πίσω. Ηχογραφήθηκε το 1926 και κυκλοφόρησε ένα χρόνο αργότερα, ωστόσο το Down On Me έγινε ευρύτερα γνωστό μέσα από τη διασκευή της Janis για τις ανάγκες του πρώτου εκ των δύο studio albums της με τους Big Brother & the Holding Company. Η νεαρή Αμερικανίδα τροποποίησε αισθητά το κομμάτι, ξαναγράφοντας μεγάλο μέρος των στίχων και διατηρώντας ακέραιο μόνο το refrain, μιλώντας πλέον για την αγάπη και μετατρέποντας το Down On Me σ’ ένα χορευτικό rock ‘n’ roll, που το «ξέσκιζε» στις συναυλίες. Το συγκεκριμένο υπήρξε γενικότερα μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Joplin στη σύντομη διαδρομή της.
- Piece of My Heart (04:15) – Cheap Thrills (1968)
Ο δεύτερος και τελευταίος δίσκος της Janis με τη μπάντα, πριν συνεχίσει σόλο, δημιούργησε την ψευδαίσθηση ενός live album, καθώς σε συνεργασία με τον παραγωγό John Simon αποφασίστηκε η προσθήκη ηχογραφημένων αντιδράσεων του κόσμου κατά τις συναυλίες. Το Cheap Thrills έγινε άμεσα χρυσό, πλατινένιο το 1986 και για δεύτερη φορά το 2001. Κυρίως, όμως, αναρριχήθηκε στην κορυφή των αμερικανικών charts όπου και παρέμεινε συνολικά για οκτώ εβδομάδες(!), με μια παύση 15 ημερών μετά την πέμπτη, λόγω του Electric Ladyland του θρυλικού Jimi Hendrix και της μπάντας του, Jimi Hendrix Experience. Ίσως ο επιδραστικότερος κιθαρίστας όλων των εποχών, θα πέθαινε μόλις 16-17 μέρες πριν από τη Janis, και αυτός από ναρκωτικά, και αυτός σε ηλικία 27 ετών· όπως και ο ιδρυτής των Rolling Stones, Brian Jones, το 1969, όπως και ο Morrison το 1971, όπως και η Amy.
Ως ένα soul κομμάτι, το Piece of My Heart κυκλοφόρησε το 1967 σε single από την Erma Franklin, τη μεγάλη αδερφή της εμβληματικής Aretha. Το τραγούδι γεννήθηκε από τους Jerry Ragovoy και Bert Berns, με τον δεύτερο να έχει συνυπογράψει το all-time classic Twist and Shout (1961), που έγινε παγκοσμίως γνωστό από τη διασκευή των Beatles (1963), και τον πρώτο να έχει να επιδείξει μεταξύ άλλων το Time Is On My Side (1963) που έγινε hit χάρη στη διασκευή των Rolling Stones (1964). Οι Big Brother & the Holding Company απέδωσαν το Piece of My Heart ως ένα κλασικό rock τραγούδι, εκρηκτικό -στο refrain και όχι μόνο- χάρη στη φωνή της Janis Joplin, που αποδείχθηκε και το μεγαλύτερο hit του συγκροτήματος, με το single να σκαρφαλώνει στο no. 12 των σχετικών charts εντός συνόρων. Στην εποχή της ψηφιοποίησης, μάλιστα, πιστοποιήθηκε συγχρόνως gold και platinum (2021).
- Take the Box (03:20) – Frank (2003)
Είναι το άλμπουμ με το οποίο η Amy Winehouse συστήνεται στη μουσική βιομηχανία. Ο τίτλος του παραπέμπει εν μέρει στον «τεράστιο» Frank Sinatra, μια από τις πρώτες επιρροές της Βρετανίδας. Το πλασάρισμα του Frank στα charts δεν ήταν το καλύτερο δυνατό σε πρώτη φάση, ακόμη και στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου ξεκίνησε μόλις από το no. 60, ενώ τον Φεβρουάριο του επόμενου έτους έφτασε έως το no. 13. Αντιθέτως, η είδηση του θανάτου της Amy τον Ιούλιο 2011 αναζωπύρωσε το σχετικό ενδιαφέρον, με τον δίσκο να μπαίνει άμεσα στο βρετανικό top 5 για τρεις εβδομάδες, ανεβαίνοντας έως την τρίτη θέση! Οι δε πωλήσεις του αυξήθηκαν θεαματικά μετά το release του σπουδαίου Back to Black, με αποτέλεσμα να πιστοποιηθεί δύο φορές πλατινένιο το 2007 στην Αγγλία, ακόμη μία την επόμενη χρονιά, και πλατινένιο στη Γερμανία (2008). Το Take the Box ήταν το πρώτο single που κυκλοφόρησε μετά το άλμπουμ και δεύτερο συνολικά. Υπογράφεται από τη Winehouse και τον πιανίστα, Luke Smith, που εν προκειμένω παίζει επίσης μπάσο και όργανο. Η Amy μιλάει για έναν χωρισμό που φαντάζει οριστικός, παρότι εξακολουθεί να νιώθει πράγματα για τον λεγάμενο. Η φωνή της μαγεύει σ’ αυτήν την όμορφη μπαλάντα, αναδεικνύοντας τις τεράστιες δυνατότητές της, αλλά, σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, κάθε νότα είναι και μια μικρή πληγή, γνωρίζοντας την κατάληξη της κοπέλας.
- Will You Still Love Me Tomorrow (03:30) – Bridget Jones: The Edge of Reason (The Original Soundtrack) [2004]
Το τραγούδι γράφτηκε από την Carole King σε στίχους Gerry Goffin, ερμηνεύτηκε για πρώτη φορά από τις Shirelles το 1960, έγινε για δύο εβδομάδες no. 1 hit στις Η.Π.Α. και στην Αγγλία αναρριχήθηκε στην τέταρτη θέση. Έκτοτε διασκευάστηκε εκατοντάδες φορές, ενώ η Amy Winehouse το ερμήνευσε για τις ανάγκες του soundtrack της ταινίας Bridget Jones: The Edge of Reason, με πρωταγωνίστρια τη Renée Zellweger, και τους Hugh Grant και Colin Firth, στο sequel του Bridget Jones’s Diary (2001). Εν έτει 2011 το Will You Still Love Me Tomorrow συμπεριλήφθηκε επίσης στη συλλογή Lioness: Hidden Treasures, αλλά με διαφορετική ενορχήστρωση, πομπώδη πνευστά, φωνητικά και πλήρη ορχήστρα, «προσθέτοντας» στην παλαιότερη ηχογράφηση της Amy, αλλά όχι απαραίτητα προς τη σωστή κατεύθυνση. Γι’ αυτό κι εμείς προτιμούμε την original απόδοση του κομματιού, στην οποία, με τη συντροφιά μιας κλασικής κιθάρας, διακριτικών κρουστών και πνευστών που υπάρχουν στο φόντο, αναδεικνύοντας και όχι «παλεύοντας» τη φωνή της Winehouse, η νεαρή καλλιτέχνις «αγκαλιάζει» μοναδικά αυτό το τραγούδι του μακρινού παρελθόντος, με τρόπο ευαίσθητο και υποβλητικό.
- Kozmic Blues (04:24) – I Got Dem Ol’ Kozmic Blues Again Mama! (1969)
Το πρώτο και τελευταίο σόλο studio album της Janis εν ζωή αποτελείται από covers με εξαίρεση δύο τραγούδια, που κατά σύμπτωση είναι αυτά τα οποία ξεχωρίζουμε. Ίσως διότι η Joplin, η οποία και τα υπογράφει, αφήνει ανεξίτηλα το προσωπικό της στοιχείο σε δημιουργικό επίπεδο, μεγιστοποιώντας τα οφέλη για τα μέτρα της φωνής της, απογειώνοντας έτσι τα κομμάτια. Το I Got Dem Ol’ Kozmic Blues Again Mama! συμπλήρωσε το top 5 των αμερικανικών charts, πιστοποιήθηκε άμεσα χρυσό και πλατινένιο τελικά το 2000. Διατηρώντας πολύ μεγαλύτερο έλεγχο των πραγμάτων πλέον, η Τεξανή δημιουργός και ερμηνεύτρια επέλεξε να αυξήσει αισθητά τον ρόλο των πνευστών στον δίσκο της, με αποτέλεσμα τα σαξόφωνα και η τρομπέτα να έχουν συνολικά ισχυρή παρουσία. Το Kozmic Blues συνυπογράφεται από τον παραγωγό του άλμπουμ, Gabriel Mekler, και κυκλοφόρησε ως lead single. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό blues rock, με αυξανόμενη κλιμάκωση, και μια Janis η οποία κυριαρχεί, ίσως στο πλέον ενδιαφέρον τραγούδι που έγραψε ποτέ η ίδια.
- One Good Man (04:11) – I Got Dem Ol’ Kozmic Blues Again Mama! (1969)
Είναι το έτερο τραγούδι που γράφει η Joplin για τις ανάγκες του συγκεκριμένου project, ακόμη ένα blues rock, στο οποίο δεν αναζητά παρά αυτόν ακριβώς που περιγράφει ο τίτλος του! Δίχως τα εκρηκτικά parts του προηγούμενου κομματιού, το One Good Man είναι ένα στιβαρό, slow-burning song, όπου η Janis δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας. Την παράσταση κλέβει επίσης ο Mike Bloomfield στην ηλεκτρική κιθάρα, ο οποίος, τέσσερα χρόνια νωρίτερα, ήταν ο κιθαρίστας του «τεράστιου» Bob Dylan στο εμβληματικό άλμπουμ Highway 61 Revisited. Το 1970 το One Good Man συμπεριλήφθηκε και ως B-side στο δεύτερο single του δίσκου, Try (Just a Little Bit Harder).
- You Know I’m No Good (04:17) – Back to Black (2006)
Το δεύτερο και τελευταίο studio album της Amy σηματοδότησε το προσωπικό της breakthrough στη μουσική, με τραγούδια τα οποία άφησαν εποχή και που, έτσι όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, θεωρούνται ήδη κλασικά. Η ηχογράφησή τους έγινε στην Αμερική, με τη συμμετοχή των soul και funk μουσικών των Dap-Kings, ενώ το mix πραγματοποιήθηκε στην Αγγλία. Η παραγωγή των έξι τραγουδιών που γράφτηκαν στο Μαϊάμι έγινε από τον Salaam Remi, συνεργάτη της Winehouse και στο Frank, ενώ των υπόλοιπων πέντε στη Νέα Υόρκη από τον Mark Ronson. Το Back to Black κατόρθωσε απίστευτα πράγματα και η Amy ενέπνευσε με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σπουδαίες καλλιτέχνιδες οι οποίες ακολούθησαν σύντομα, μεταξύ των οποίων η Adele, η Lady Gaga και η Duffy!
Το περιοδικό Rolling Stone κατέταξε τον δίσκο στην 33η θέση μεταξύ των 500 καλύτερων όλων των εποχών. Το άλμπουμ έγινε no. 1 σχεδόν σε είκοσι χώρες ανά τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και στο Ηνωμένο Βασίλειο για τρεις εβδομάδες συν ακόμη μία την επόμενη χρονιά, όταν επανακυκλοφόρησε ως deluxe edition. Ο δε θάνατος της Amy επανέφερε το Back to Black στην κορυφή για επιπλέον τρεις, διαδοχικές εβδομάδες το 2011. Κυρίως, όμως, το project εξελίχθηκε στο κορυφαίο σε πωλήσεις studio album στη Μεγάλη Βρετανία στη διάρκεια του 21ου αιώνα, έως την κυκλοφορία του 21 της Adele (2011). To Back to Black πιστοποιήθηκε πλατινένιο τουλάχιστον έξι φορές μέσα στον πρώτο ενάμιση χρόνο, συν ακόμη δύο για την deluxe edition του, που κυκλοφόρησε ως remaster το 2007 συμπεριλαμβάνοντας ένα bonus disc με διάφορα B-sides. Μέχρι σήμερα η βασική του έκδοση είναι 14 φορές platinum(!), πίσω μόνο από τις 18 του άλμπουμ της Adele! Το γεγονός μεταφράζεται σε πωλήσεις που υπερβαίνουν τα 4,5 εκ. αντίτυπα εντός συνόρων, ικανό μέρος των οποίων βέβαια δεν μπορεί παρά να αφορά και ψηφιακά. Παγκοσμίως τα νούμερα αυτά ξεπερνούν τα 16 εκ.(!), ενώ στις Η.Π.Α. αγγίζουν τα 3 εκ., παρότι οι πλατίνες για την ώρα παραμένουν δύο.
Το You Know I’m No Good είναι το δεύτερο κομμάτι του Back to Black και δεύτερο μεταξύ των πέντε singles που προέκυψαν από αυτό, πρώτο μετά το release του δίσκου. Η Amy Winehouse αναδεικνύει το στιχουργικό της ταλέντο αποτυπώνοντας με τον δικό της τρόπο τα «μεθεόρτια» της απάτης του αγοριού της από την ίδια, ενώ η μουσική και η καθηλωτική φωνή της καθιστούν το συγκεκριμένο ως ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά τραγούδια της ever. Στο μουσικό συνοδευτικό βίντεο το concept ακολουθεί πιστά τους στίχους σε σκηνοθεσία Phil Griffin, ο οποίος δούλεψε σε ακόμη δύο tracks από το Back to Black, ενώ την επόμενη διετία συνεργάστηκε αντίστοιχα με καλλιτέχνες όπως οι Paul McCartney, Prince, Adele, Bon Jovi και Eros Ramazzotti. Μέχρι σήμερα το You Know I’m No Good έχει γίνει πλατινένιο στην Αγγλία (2021), χρυσό στη Γερμανία (2023), ενώ στην Αμερική οι πωλήσεις του πλησιάζουν το 1 εκ.!
- I Need A Man to Love (04:54) – Cheap Thrills (1968)
Η Janis συνυπογράφει το τραγούδι με τον Sam Andrew, έναν εκ των δύο guitarists των Big Brother and the Holding Company. Όπως έχει ισχυριστεί αυτός, το I Need A Man to Love γεννήθηκε μέσα σε πέντε λεπτά, εμπνεόμενος το riff από το intro του Born Under a Bad Sign (1967) του μπλουζίστα Albert King. Η Joplin προσθέτει τους στίχους, επηρεασμένη κατά πάσα πιθανότητα από τον πρόσφατο χωρισμό της με τον τραγουδιστή Country Joe McDonald, και το αποτέλεσμα είναι ένα ψυχεδελικό rock, διανθισμένο με blues στοιχεία, που δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από τη λίστα μας, καθώς η Αμερικανίδα πραγματοποιεί μια από τις πλέον παθιασμένες ερμηνείες της.
Hidden Track. Dear Landlord (02:32) – Janis (1993)
Στο πλαίσιο των ηχογραφήσεων για το πρώτο σόλο studio album της, η Janis διασκευάζει το συγκεκριμένο τραγούδι του Bob Dylan, που παρουσιάστηκε δύο χρόνια νωρίτερα στο άλμπουμ John Wesley Harding (1967). Στον αξεπέραστο Αμερικανό καλλιτέχνη έχουμε αναφερθεί αναλυτικά σε προηγούμενη ευκαιρία, ωστόσο μεταξύ των δύο εκδοχών του Dear Landlord επιλέγουμε το cover της Joplin. «Πειράζοντας» ελάχιστα τους αυθεντικούς στίχους, η Τεξανή διατηρεί τον αρχικό blues χαρακτήρα του, αλλά το μετατρέπει σ’ ένα πολύ πιο γρήγορο rock πλέον, φέρνοντας κάπως έτσι το κομμάτι ακριβώς στα μέτρα της. Το τραγούδι εν τούτοις δεν συμπεριλήφθηκε στο I Got Dem Ol’ Kozmic Blues Again Mama!, τουλάχιστον όχι μέχρι την επανέκδοσή του το 1999· αντιθέτως, πρωτοεμφανίστηκε σχεδόν 25 χρόνια αργότερα, στη συλλογή Janis (1993), η οποία το 2001 πιστοποιήθηκε gold στις Η.Π.Α..
- Me And Bobby McGee (04:31) – Pearl (1971)
Το μοναδικό no. 1 hit της Janis Joplin έμελλε να είναι και αυτό cover. Γράφτηκε από τον Kris Kristofferson, με τον οποίο είχε διατηρήσει σύντομη σχέση, και τον Fred Foster. Ερμηνευμένο από τον Roger Miller, κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 1969, ωστόσο η Αμερικανίδα artist ήταν αυτή που το ανέδειξε περισσότερο από κάθε άλλη version που προηγήθηκε ή ακολούθησε. Κυκλοφόρησε ως lead single παράλληλα με το Pearl και βρέθηκε στην κορυφή των αμερικανικών charts επί δύο εβδομάδες. Η Janis παίζει ακουστική κιθάρα σ’ αυτό το country/blues rock, με το οποίο κατέκτησε μια κορυφή που δεν γνώρισε ποτέ. Η εκτέλεσή της για το Me And Bobby McGee έγινε η δεύτερη μετά θάνατον ενός καλλιτέχνη no. 1 επιτυχία στις Η.Π.Α., μετά το Dock of the Bay του Otis Redding (1968). Από το 2021, στην εποχή της ψηφιοποίησης πλέον, το single θεωρείται πλατινένιο εντός συνόρων.
- Intro/Stronger Than Me (03:54) – Frank (2003)
Μετά το release του Frank, η Amy Winehouse δεν δίστασε να καταφερθεί με βαρείς χαρακτηρισμούς εναντίον της δισκογραφικής της(!), δηλώνοντας ότι η ίδια βρίσκεται πίσω από το project μόνο κατά 80%, διότι αγνοήθηκαν οι ενστάσεις της για τραγούδια που δεν τα ήθελε στο άλμπουμ και μιξαρίσματα που τα επιθυμούσε αλλιώς, ενώ το marketing και η προώθηση του δίσκου ήταν άθλια! Ανεξαρτήτως αυτών, το Stronger Than Me είναι το R&B που ανοίγει τον παρθενικό δίσκο της Amy, ενώ το intro που προηγείται αυτού έρχεται από πολύ μακριά, μαρτυρώντας τις βαθύτερες επιρροές και τελικά καταβολές της πρωτοεμφανιζόμενης -τότε 20χρονης(!)- Βρετανίδας, καθώς τα φωνητικά της παραπέμπουν σε… hardcore jazz, κατευθείαν από την εποχή της ποτοαπαγόρευσης στην Αμερική! Με υπογραφή δική της και του παραγωγού, Salaam Remi, το τραγούδι κυκλοφόρησε στο Ηνωμένο Βασίλειο ως lead single δύο εβδομάδες νωρίτερα, δίχως όμως να δρέψει ιδιαίτερες δάφνες, παρότι βραβεύτηκε με Ivor Novello στην κατηγορία Best Contemporary Song. Σ’ αυτό η Amy αποτυπώνει -με πολύ πιο… ποιητικό τρόπο απ’ ό,τι εμείς- τα… χάλια του υποθετικού αγοριού της, που θα έπρεπε να είναι δυνατότερος από την ίδια, ενώ το συνοδευτικό βίντεο γίνεται κωμικοτραγικό χάρη στα… ξεφτιλίκια του λεγάμενου!
- Call On Me (02:34) – Big Brother & the Holding Company (1967)
Είναι το τραγούδι που ολοκληρώνει την πρώτη πλευρά του δίσκου, ενώ συμπεριλαμβάνεται και στο single του Down On Me ως B-side. Δημιούργημα του Sam Andrew, πρόκειται για μια απλή και όμορφη rock μπαλάντα, την οποία η Janis ερμηνεύει με συνέπεια, κάνοντας τη διαφορά όταν τραγουδάει νότες για τις οποίες ο ακροατής δεν ήταν ακριβώς προετοιμασμένος! Ίσως ένα από τα outsiders του αφιερώματός μας, το Call On Me λειτουργεί ως υπόσχεση παρουσίας στις δύσκολες στιγμές, όταν το έτερό σου ήμισυ δείχνει ότι σε χρειάζεται περισσότερο από ποτέ. Και η Joplin, ξεκινώντας την “so-called” επαγγελματική σταδιοδρομία της, δείχνει στιγμιαία πως έχει τη διαύγεια της σκέψης να σταθεί στο ύψος του λόγου της.
- I Heard Love Is Blind (02:09) – Frank (2003)
Το άλμπουμ δεν κυκλοφόρησε στις Η.Π.Α. παρά μόλις το 2007, μετά το Back to Black, κάτι που επηρέασε μοιραία τις συνολικές πωλήσεις του στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Όσον αφορά αυτήν την υπέροχη jazz μπαλάντα, γραμμένη αποκλειστικά από την Amy Winehouse, δείχνει με το «καλημέρα» της διαδρομής της Βρετανίδας τα πράγματα για τα οποία ήταν ικανή. Οι στίχοι της «δικαιολογούν», με μια σειρά «επιχειρημάτων», την απιστία της με κάποιον που «του» έμοιαζε. Ήταν σκοτεινά και τον θύμιζε πολύ μ’ έναν τρόπο· την άφησε μόνη κι έγινε τόσο «λιώμα» που ήθελε συντροφιά· προσποιήθηκε ότι ήταν αυτός· τουλάχιστον δεν τον άφησε να της κρατήσει το χέρι· δεν τον απάτησε, αυτός ήταν στο μυαλό της! Με τη συνοδεία μιας κλασικής κιθάρας, ορισμένων διακριτικών πνευστών και κρουστών, όπως θα συνέβαινε και στην περίπτωση του Will You Still Love Me Tomorrow, η Amy πραγματικά εντυπωσιάζει στην ερμηνεία της, «χορεύοντας» μέσα στις ίδιες τις νότες της, κομίζοντας κάτι απόκοσμο.
- Get It While You Can (03:23) – Pearl (1971)
Ως καταληκτικό κομμάτι του άλμπουμ, η Janis Joplin επιλέγει να διασκευάσει εν προκειμένω ακόμη ένα τραγούδι που φέρει την υπογραφή του Jerry Ragovoy, ο οποίος το έγραψε για τον ομότιτλο δίσκο του εξαιρετικού Howard Tate (1967). Το Get It While You Can κυκλοφόρησε ως τρίτο και τελευταίο single του Pearl, δίχως όμως να πλησιάσει την επιτυχία του πρώτου. Εν τούτοις, η Αμερικανίδα προσεγγίζει με υποδειγματικό τρόπο αυτήν τη δυναμική rock μπαλάντα, ξεκινώντας με ευαισθησία και διάκριση και κλιμακώνοντας στην πορεία, δίχως να «υπερτερεί» κάποιο μέρος έναντι του άλλου. Οι δυνατότητες της Joplin ήταν τεράστιες, και η άνεση με την οποία προσαρμοζόταν σε κάθε περίπτωση… σχεδόν προκλητική.
- The Girl From Ipanema (02:46) – Lioness: Hidden Treasures (2011)
Το αυθεντικό τραγούδι είναι μια βραζιλιάνικη bossa nova που γράφτηκε το 1962 σε μουσική Antônio Carlos Jobim και στίχους Vinícius de Moraes. Με τους αγγλικούς στίχους, που προσέθεσε ο Norman Gimbel, το Girl From Ipanema μπήκε στο αμερικανικό top 5 στα μέσα της δεκαετίας, χάρη στη φωνή της επίσης Βραζιλιάνας Astrud Gilberto, κατακτώντας μάλιστα Grammy στην κατηγορία Record of the Year το 1965! Η Ipanema είναι μια παραλιακή περιοχή του Ρίο ντε Τζανέιρο, δίπλα στην Κοπακαμπάνα. Το κομμάτι θεωρείται δημοφιλέστατο στην κατηγορία του, καθώς έχει διασκευαστεί εκατοντάδες φορές έως σήμερα, μεταξύ των οποίων και από τον ασυναγώνιστο Frank Sinatra το 1967. Κάπως έτσι εξηγείται ίσως μ’ έναν τρόπο και το γεγονός ότι η Amy Winehouse ηχογράφησε το τραγούδι κατά την περίοδο των sessions για το δισκογραφικό ντεμπούτο της με το Frank, μόλις το 2002. Εν τέλει, όμως, το cover αυτό ήρθε στο φως της δημοσιότητας εννιά χρόνια αργότερα, διά της συλλογής Lioness: Hidden Treasures, με την εξαιρετικά δυσάρεστη αφορμή, του χαμού της καλλιτέχνιδος. Η διασκευή της Βρετανίδας είναι υπέροχη, ενώ την παράσταση κλέβουν τα μαγευτικά φωνητικά της, που φαντάζουν εξαιρετικά οικεία έχοντας ακούσει κάποιος το Intro του Frank.
- The Last Time (02:17) – Coo Coo (B-side Single) [1968]
To τραγούδι παρουσιάστηκε σε πρώτη φάση ως B-side στο επίσης non-album single του Coo Coo, που κυκλοφόρησε στις αρχές του 1968. Αυτό άλλαξε και στις δύο περιπτώσεις, όταν η Columbia απέκτησε τα δικαιώματα της παρθενικής δισκογραφικής δουλειάς της Janis και επανακυκλοφόρησε τον δίσκο το 1970. Τότε το Last Time, που μάλιστα είναι αποκλειστικά δημιούργημα της Joplin, προστέθηκε ως το 12ο και τελευταίο κομμάτι του Big Brother & the Holding Company. Ο ήχος του είναι αρκετά τραχύς και κάπως ακατέργαστος, μια φρενήρης rockιά, την οποία σηκώνει στις πλάτες της εξ ολοκλήρου η Τεξανή καλλιτέχνις, με υπερβολικά πολύ… στίχο για τη μικρή διάρκειά του, αξιώνοντας ένα -οποιοδήποτε- τέλος στις συνεχείς απογοητεύσεις που βιώνει από τον άνθρωπό της!
- Try (Just A Little Bit Harder) [03:57] – I Got Dem Ol’ Kozmic Blues Again Mama! (1969)
Ανοίγει το πρώτο σόλο studio album της Janis και πρόκειται για ακόμη μια διασκευή τραγουδιού που φέρει την υπογραφή του Jerry Ragovoy, αλλά και του Chip Taylor εν προκειμένω. Είχε κυκλοφορήσει έναν χρόνο νωρίτερα με τη φωνή της Lorraine Ellison, ως ένα χαλαρό funky/soul κομμάτι. Η Joplin επιλέγει να αυξήσει αισθητά το τέμπο, ζωντανεύοντας το Try (Just A Little Bit Harder) και αυξάνοντας τη συνολική διάρκειά του, jamάροντας με τους μουσικούς της και χαρίζοντας σε όλους εμάς τον καλύτερό της εαυτό, μέσα από τη badass ερμηνεία της. Από την προηγούμενη μπάντα της συνεργάζεται για τις ανάγκες του δίσκου με τον Sam Andrew, ο οποίος εν προκειμένω συνδράμει και πάλι στα φωνητικά, πέραν της κιθάρας του.
- Back to Black (04:01) – Back to Black (2006)
Ο δίσκος έφτασε έως το no. 2 των αμερικανικών charts και οδήγησε σε πέντε βραβεία Grammy για την Amy Winehouse, περισσότερα από κάθε άλλον καλλιτέχνη στην 50ή τελετή απονομής (2008). Ισοφάρισε έτσι το ρεκόρ κατακτήσεων από γυναίκα σε μία χρονιά, έως εκείνη τη στιγμή, το οποίο έμελλε να ξεπεράσουν με έξι μόνο η Beyonce (2010) και η Adele (2012). Το Back to Black επικράτησε στην κατηγορία Best Pop Vocal Album, εν τούτοις δεν προκρίθηκε ως Album of the Year, βραβείο που πήγε στο River: The Joni Letters του τζαζίστα Herbie Hancock, αποτελούμενο από covers τραγουδιών της σπουδαίας Joni Mitchell. Ο δε Mark Ronson αναδείχθηκε Producer of the Year για τρία τραγούδια του Back to Black, το ομώνυμο, το You Know I’m No Good και το Rehab, καθώς επίσης το Littlest Things της Lily Allen αλλά και το προσωπικό του άλμπουμ, Version. Μεταξύ των Grammys που κατέκτησε εδώ η Amy ήταν και αυτό στην κατηγορία Best New Artist, πράγμα όχι παράλογο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι το Frank κυκλοφόρησε στις Η.Π.Α. μόλις το 2007, όπως ήδη σημειώθηκε.
Το ομότιτλο τραγούδι του άλμπουμ είναι με μεγάλη διαφορά το πιο δημοφιλές της Winehouse. Ενδεικτικά και μόνο, οι προβολές του συνοδευτικού μουσικού βίντεο στο YouTube υπερβαίνουν το 1 δις(!) αυτή τη στιγμή, ενώ δεύτερο ακολουθεί το αντίστοιχο του You Know I’m No Good με «μόλις» 379 εκ.! Έξι μήνες μετά το release του δίσκου, το κομμάτι έγινε το τρίτο single αυτού, μπαίνοντας στο βρετανικό top 10 (no. 8). Η Βρετανίδα γράφει αυτό το καθηλωτικό soul με τον Ronson, με αφορμή τον πρόσφατο -αλλά προσωρινό, όπως αποδείχθηκε- χωρισμό της, καθώς ο μέχρι πρότινος σύντροφός της αποφασίζει να γυρίσει στην πρώην του. Το Back to Black είναι ένα κατεξοχήν πένθιμο τραγούδι, για την απώλεια της σχέσης και τη μοιραία επαναφορά σε όλες τις κακές συνήθειες, τις οποίες η Amy δεν ερμήνευσε απλώς, αλλά πραγματοποίησε, παρά την επιστροφή του αγαπημένου της. Η υπέροχη φωνή της εντείνει το δράμα της ιστορίας, ενώ η κατάληξή της, λίγα χρόνια αργότερα, το κάνει πολύ χειρότερο. Η ενορχήστρωση είναι μαγευτική και, σε ό,τι αφορά τη ορχήστρα, που πλαισιώνει τους υπόλοιπους μουσικούς, έχει γίνει από τον Chris Elliott. Το single έχει πιστοποιηθεί πλατινένιο στις Η.Π.Α. από το 2015, δύο φορές πλατινένιο στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 2022 και τρεις φορές χρυσό στη Γερμανία από το 2023.
- Raise Your Hand (03:44) – Farewell Song (1982)
Δώδεκα χρόνια μετά την απώλεια της Janis παρουσιάστηκε αυτό το συλλεκτικό άλμπουμ, που αποτελείται από εννιά ακυκλοφόρητα κομμάτια, κάποια από συναυλίες της Αμερικανίδας και άλλα από τα «κομμένα» των ηχογραφήσεων για το Cheap Thrills. Το Raise Your Hand ανήκει στην πρώτη κατηγορία και είναι μια διασκευή του τραγουδιού που συνυπογράφει και ερμηνεύει ο Eddie Floyd στο παρθενικό studio album του, Knock on Wood (1967). Εν προκειμένω η Joplin… περιλαμβάνει αυτό το funk/soul κομμάτι και το μετατρέπει σ’ ένα εκρηκτικό rock ‘n’ roll, όπως μόνο η ίδια ξέρει να ερμηνεύει. Ξεχωρίζει ένα σαξοφωνικό σόλο στο μέσο του τραγουδιού και το jamάρισμα που ακολουθεί από εκεί και πέρα!
- Magic of Love (03:02) – Farewell Song (1982)
Η Janis είχε ηχογραφήσει το τραγούδι στο studio με τους Big Brother & the Holding Company, αλλά αυτή η πρωτόλεια version του δεν θα έβλεπε το φως της δημοσιότητας παρά μόλις το 2018. Κάτι αντίστοιχο ίσχυσε και όσον αφορά τις live εκτελέσεις του Magic of Love, μία εκ των οποίων συμπεριλήφθηκε εν τέλει στο Farewell Song, 14 χρόνια αργότερα· πολύ πριν από το 1999, όταν στην επανέκδοση του Cheap Thrills προστέθηκε μεταξύ άλλων ως bonus track μία άλλη live απόδοσή του. Το κομμάτι έχει γράψει εξ ολοκλήρου ο Mark Spoelstra (1940-2007) και είναι ίσως το πιο δυνατό outsider με τη φωνή της Joplin αλλά και του συγκροτήματος γενικότερα. Ένα «άρρωστο» rock, το οποίο απογειώνεται από την Αμερικανίδα και τη μπάντα συνολικά, και που για κανένα λόγο δεν έπρεπε να εξαιρεθεί από την αρχική κυκλοφορία του δεύτερου δίσκου τους. Μάλιστα η live version που συμπεριλαμβάνεται στο Farewell Song προέρχεται από συναυλία στο Detroit, πέντε μήνες πριν από το release του Cheap Thrills, σε μια περίοδο που είχαν ήδη ξεκινήσει οι σχετικές ηχογραφήσεις για το άλμπουμ.
- Rehab (03:34) – Back to Black (2006)
Το τραγούδι χάρισε στην Amy μια σειρά βραβείων με… συνοπτικές διαδικασίες! Κατέκτησε τρία Grammy, με πρώτο και κύριο αυτό στην κατηγορία Record of the Year, καθιστώντας την τότε την τέταρτη νεαρότερη καλλιτέχνιδα που κερδίζει το συγκεκριμένο. Συγχρόνως αναδείχθηκε Song of the Year, ενώ για την ερμηνεία της η Winehouse επικράτησε και στην κατηγορία Best Female Pop Vocal Performance. Επιπλέον, κατέκτησε και δεύτερο Ivor Novello βραβείο ως Best Contemporary Song, μετά από εκείνο για το Stronger Than Me. Η αρχική σύλληψη του Rehab προέκυψε μέσα από μια στιχομυθία της Βρετανίδας με τον producer, Mark Ronson, όταν του είπε μέσες-άκρες τον πρώτο στίχο του refrain, ότι προσπάθησαν να την πείσουν να πάει σε κέντρο απεξάρτησης ελέω του εθισμού της στο αλκοόλ, αλλά εκείνη αρνήθηκε. Σε μια εξαιρετικά «κοντρολαρισμένη» ερμηνεία, σίγουρα όχι την πιο εντυπωσιακή, αλλά σταθερά σε κορυφαίο επίπεδο, η Winehouse επιστρατεύει ορισμένες από τις χαμηλότερες νότες της και γράφει ένα τραγούδι στο οποίο η soul της δεκαετίας του ’60 παντρεύεται μοναδικά με τον σύγχρονο R&B ήχο, δημιουργώντας ένα σημείο αναφοράς στα ‘00s. Το Rehab κυκλοφόρησε ως lead single λίγες μέρες πριν από το άλμπουμ, είναι το πρώτο από τα δύο κομμάτια της Amy που μπήκαν στο βρετανικό top 10 (no. 7) και το μόνο που τα κατάφερε στο αμερικανικό (no. 9). Το 2010 πιστοποιήθηκε platinum στις Η.Π.Α., ενώ από το 2023 είναι δύο φορές πλατινένιο στο Ηνωμένο Βασίλειο και μία στη Γερμανία.
- Misery’n (04:13) – Farewell Song (1982)
Το τραγούδι υπογράφεται από όλα τα μέλη των Big Brother and the Holding Company, συμπεριλαμβανομένης της Janis. Ηχογραφήθηκε το 1968, ωστόσο ούτε αυτό προκρίθηκε για το δεύτερο άλμπουμ της μπάντας, αντιθέτως, βρήκε διέξοδο μέσα από τη συγκεκριμένη συλλογή προηγουμένως ακυκλοφόρητων κομματιών. Πρόκειται για ένα απολαυστικό blues, στο οποίο η Joplin υπενθυμίζει μετά θάνατον και για μία ακόμη φορά τι φωνάρα είχε! Οδηγεί το Misery’n αποκλειστικά εκεί που θέλει, ενώ οι υπόλοιποι της δίνουν τον χώρο να αναδειχθεί και να τους αναδείξει. Η μελωδική, δυναμική φωνή της, από τις πιο ήπιες εκφάνσεις έως τις αμίμητες βραχνές κορώνες της, προσδιορίζει το σκηνικό ενός από τα πιο «κουλ» τραγούδια της ever. Υπέροχη!
- Trust Me (03:17) – Pearl (1971)
Το προτελευταίο τραγούδι του δίσκου υπογράφει ο Bobby Womack, ο οποίος μάλιστα συνοδεύει την Janis στην κιθάρα, σ’ αυτήν τη διασκευή του non-album single που είχε κυκλοφορήσει δύο χρόνια νωρίτερα, από την Jackie DeShannon. Ένα mid-tempo funk/soul, το Trust Me ανεβαίνει εν προκειμένω μισό τόνο σε σχέση με το original και γίνεται πιο λαμπερό χάρη στην υποδειγματική ερμηνεία της Joplin. Η δεύτερη πλευρά του Pearl είναι οπωσδήποτε η αγαπημένη μας στο σύνολο των τεσσάρων studio albums που ηχογράφησε η Τεξανή καλλιτέχνις, καθώς έχουμε προτιμήσει 4/5 κομμάτια τα οποία περιλαμβάνει· έστω κι αν το συγκεκριμένο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως outsider, σε σχέση με κάποιο από τα υπόλοιπα τραγούδια της, που απουσιάζουν εδώ.
Outro. What It Is (04:45) – Stronger Than Me (B-side Single) [2003]
Πρόκειται για ένα «κρυμμένο» διαμάντι, που «τρύπωσε» σε πρώτη φάση ως B-side στο lead single του Frank, εν τούτους δεν συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ. Πέντε χρόνια μετά το ντεμπούτο της Amy Winehouse, όταν ο δίσκος επανακυκλοφόρησε ως deluxe edition, προστέθηκε σ’ ένα επιπλέον δισκάκι με 18 tracks, αποτελούμενο από σπάνια κομμάτια, διάφορα remixes, ορισμένα B-sides αλλά και ζωντανές εκτελέσεις. Δημιούργημα αποκλειστικά της Βρετανίδας, στο What It Is η Amy τραγουδά με τη συνοδεία μόνο της κιθάρας της, πραγματοποιώντας, χωρίς περιστροφές, μια από τις κορυφαίες ερμηνείες της ever! Ένα υπέροχο τραγούδι, με πανέμορφη μελωδία, απίθανα γυρίσματα της φωνής της και πολύ προσεγμένο στίχο, που πραγματεύεται το αγαπημένο θέμα της Winehouse, τις διαπροσωπικές σχέσεις, γράφοντας κατά την προσφιλή της πρακτική σε πρώτο πρόσωπο.