Αν σας αρέσει να ξενυχτάτε μπροστά από τις οθόνες σας με σβηστά τα φώτα αποζητώντας ρίγη κι ανατριχίλες, τότε σίγουρα έχετε προσέξει το όνομα Μάικ Φλάναγκαν. Είναι ο τύπος που ευθύνεται για αρκετές horror δημιουργίες όπως τα “Oculus”, “Hush”, “Quija: Origin of Evil” αλλά και τη Στίβεν Κινγκ διασκευή “Gerald’s Game”. Κι ενώ αυτή την περίοδο καταπιάνεται με το sequel της “Λάμψης”, ονόματι “Doctor Sleep”, παρέδωσε πρόσφατα στο Netflix τη σειρά που κράτησε για τον φετινό Οκτώβριο τρομαγμένη μια πλειάδα θεατών, το “The Haunting of Hill House”.
Σε δικό του σενάριο και σκηνοθεσία, η σειρά των 10 ωριαίων επεισοδίων βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο που έγραψε η Σίρλεϊ Τζάκσον το 1959, το οποίο είχε σημαντική επίδραση στις μελλοντικές ιστορίες φαντασμάτων της λογοτεχνίας. Βέβαια δεν είναι η πρώτη φορά που το βιβλίο αυτό βρίσκει το δρόμο προς την οθόνη, καθώς έχει διασκευαστεί μια φορά το 1963 με αξιοθαύμαστη ικανότητα από τον Ρόμπερτ Γουάιζ και άλλη μία το 1999 με αξιοθρήνητη ανικανότητα από τον Γιαν ντε Μποντ. Και οι δύο ταινίες έφεραν τον τίτλο “The Haunting”. Επειδή όμως η επανάληψη είναι μήτηρ πάσης μαθήσεως, η εταιρεία παραγωγής Ambin έδωσε στον Μάικ Φλάναγκαν το ελεύθερο να κατεβάσει νέες ιδέες, ώστε να μπορέσει να απλωθεί η πλοκή σε δέκα ώρες θεάματος. Και τη βρήκε τη λύση.
Θεωρώντας την ταινία του Γουάιζ την τέλεια διασκευή του βιβλίου, ο Φλάναγκαν προτίμησε να μην αναλωθεί σε ένα απλό αναμάσημα και αντ’ αυτού να απομακρυνθεί κάπως από την ιστορία και να μεταφέρει στη σειρά την ατμόσφαιρα που του είχε δημιουργηθεί διαβάζοντας το. Εχοντας σαν πρότυπο τη δομή του “It”, του αγαπημένου του βιβλίου, μοιράζει το σενάριο σε δύο χρονικές περιόδους. Στην πρώτη, μια οικογένεια βρίσκεται κατατρομαγμένη από υπερφυσικά περιστατικά που λαμβάνουν χώρα στο σπίτι αυτό, ενώ στη δεύτερη βλέπουμε τα ενήλικα πλέον παιδιά της πρώτης περιόδου που ζουν σε διαφορετικά μέρη της Αμερικής να ανασυγκροτούνται και να επιστρέφουν στο σπίτι που στοίχειωσε τις παιδικές τους ψυχούλες.
Είναι γεγονός πως έχουμε δει άπειρες φορές να χρησιμοποιείται το σκηνικό της στοιχειωμένης έπαυλης ώστε να ξέρουμε ένα πράγμα: πως το σπίτι το ίδιο είναι βασικός πρωταγωνιστής. Και ίσως το κάνει στο μυαλό σας λίγο πιο τρομακτικό η πληροφορία ότι δεν πρόκειται για κάποιο κατασκευασμένο σκηνικό αλλά υπάρχει στ’ αλήθεια. Κάπου στη Τζόρτζια των ΗΠΑ, η παραγωγή βρήκε αυτό τον επιβλητικό αρχιτεκτονικό αχταρμά που στη μια πλευρά έχει βικτωριανό στιλ, στην άλλη μεσαιωνικό, ενώ έχει και κάτι πυργίσκους να ξεπροβάλλουν – με πέτρες εισαγωγής από την Ευρώπη παρακαλώ. Ο ιδιοκτήτης ζει εκεί μέσα ολομόναχος και είχε την καλοσύνη να επιτρέψει να γίνουν εκεί τα εξωτερικά γυρίσματα της σειράς.
Με ένα ικανότατο cast που περιλαμβάνει τους Michiel Huisman, Carla Gugino, Henry Thomas, Elizabeth Reaser και Timothy Hutton, η σειρά παρά τη δεκάωρη διάρκειά της φροντίζει ώστε να διατηρεί το σασπένς αμείωτο, αποφεύγοντας τις φτηνές τρομάρες. Γιατί αν κάτι έμαθε ο σκηνοθέτης της από το βιβλίο της Σίρλεϊ Τζάκσον είναι πως αν θες να δημιουργήσεις το αίσθημα του φόβου, δεν το σκας μια κι έξω στα μούτρα του θεατή. Ποτέ.
Ορέστης Μαλτέζος