Οταν έχεις αφήσει το ανεξίτηλο σημάδι σου στην ιστορία της αμερικανικής τηλεόρασης με την πιο δημοφιλή animation σειρά στα χρονικά, η οποία όχι μόνο συνεχίζει ακάθεκτη μετά από 30 χρόνια αλλά έχει πάρει ακλόνητη θέση στην pop κουλτούρα, δημιουργείται μια ερώτηση-παγίδα: πού πας μετά;
https://www.youtube.com/watch?v=Gp_RnJcb8Ig
Τουλάχιστον για τον δημιουργό των “Simpsons”, Ματ Γκρέινινγκ, το πρώτο βήμα έγινε με το “Futurama” που κράτησε επτά σεζόν και εξακολουθεί να μένει αγαπητό στο κοινό. Ταυτόχρονα, ήταν και μια δοκιμή του κατά πόσο το στιλ των “Simpsons” θα μπορούσε να μεταφερθεί σε ένα διαφορετικό σκηνικό, και στην προκειμένη περίπτωση να ενσωματωθεί σε κάποιους βασικούς κανόνες που ορίζει το είδος της επιστημονικής φαντασίας. Η αποστολή επετεύχθη.
Πέντε χρόνια μετά το φινάλε του “Futurama” και στα πλαίσια μιας νέας συνεργασίας με το Netflix, ο Ματ Γκρέινινγκ έβαλε τελικά μπροστά το νέο του σχέδιο, ονόματι “Disenchantment” (ελληνιστί “Απογοήτευση”), το οποίο δούλευε από τότε, ξέροντας εξαρχής ότι θα έμπαινε στα χωράφια της μεσαιωνικής φαντασίας.
Η σειρά εκτυλίσσεται στο βασίλειο της Ονειροχώρας, σε έναν κόσμο όπου κατοικούν άνθρωποι και κάθε λογής πλάσματα, μαγικά ή μη, και ακολουθεί τις περιπέτειες της έφηβης πριγκίπισσας Μπιν, η οποία πέφτει θύμα των περιστάσεων είτε εξωτερικών (πόλεμος με γειτονικό βασίλειο) ή εσωτερικών (ο πατέρας της τη θεωρεί καμένο χαρτί). Φυσικά πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα πρωταγωνίστρια, αφού η ιδανική της μέρα είναι να μπεκρουλιάζει μέχρι πρωίας στο καπηλειό και να μπάζει κρυφά άντρες στην κάμαρά της, κάτι όχι και τόσο εύκολο όταν οι εν λόγω μνηστήρες κινδυνεύουν με αποκεφαλισμό από τον βασιλιά.
Οι περιστάσεις της δίνουν για συντροφιά ένα μπασμένο ξωτικό το οποίο έχει σιχαθεί τη γλυκερή μέχρι αηδίας ατμόσφαιρα της πόλης του και αναζητά νέες εμπειρίες, και έναν κυνικό δαίμονα που την ωθεί συνεχώς να μπλέκεται σε ακόμα πιο απαγορευμένες καταστάσεις. Αλλά από πίσω υπάρχει μια μεγαλύτερη πλοκή που ξεδιπλώνεται σταδιακά σε κάθε επεισόδιο.
Με τον ίδιο τρόπο που το “Futurama” δημιούργησε ένα νέο αυτοτροφοδοτούμενο σύμπαν, έτσι και το “Disenchantment” λαμβάνει χώρα σε έναν οριοθετημένο χώρο όπου ισχύουν οι δικοί του ξεχωριστοί κανόνες λογικής και συνέπειας. Κι αν το κοινό που θα δει τη σειρά, περιμένει με την καραμπίνα στο χέρι για να το καταρρίψει αυτόματα ως κατώτερο των προσδοκιών, είναι το “Futurama” που στην πραγματικότητα αποτελεί μέτρο σύγκρισης. Σε αντίθεση με τους “Simpsons” που με φόντο μια συντηρητική αμερικανική οικογένεια σατιρίζει οτιδήποτε μπορεί να βάλει ο ανθρώπινος νους με την ελευθερία που προσφέρει μια σεναριακή δομή ακραίου παραλογισμού, η αποστολή του “Disenchantment” είναι σαφώς δυσκολότερη. Η πλοκή που ακολουθεί είναι αυστηρή και αν την αγνοούσε έστω και σε λεπτομέρειες, όλο το εγχείρημα θα κατέρρεε.
Ναι, η σειρά έχει ατέλειες, και μερικές φορές μεγάλες. Τα επεισόδια που τείνουν να είναι πιο αυτοτελή, είναι και τα πιο αδύναμα. Οι ατάκες είναι σαφώς πιο μετρημένες και λειτουργούν καλύτερα όταν σχολιάζουν διάφορα κακώς κείμενα του βασιλείου, αντανακλώντας γνώριμες επίκαιρες καταστάσεις, όπως πχ. όταν ο σύμβουλος του βασιλιά απορρίπτει την επιστήμη για «κάτι πιο ρεαλιστικό: τη θρησκευτική μαγεία». Στον αντίποδα, τα επεισόδια που επενδύουν στην εξέλιξη της πλοκής είναι και τα πιο ενδιαφέροντα, όπως τα δύο τελευταία της σεζόν, όπου συμβαίνουν καταστάσεις από τις οποίες δεν υπάρχει γυρισμός.
Υπάρχει περιορισμένος αριθμός αστείων για ξωτικά που μπορείς να κάνεις προτού έρθει η ώρα να πεις όντως την ιστορία που θες, και η αποστολή της σειράς είναι να ανακαλύψει μια υγιή ισορροπία ατάκας και πλοκής που θα σταματήσει τα επεισόδια από την άνιση ποιότητά τους. Θέλει χρόνο. Η σειρά έχει δυνατά στοιχεία μέσα της και περιμένουμε τη δεύτερη σεζόν για να δούμε αν θα καταφέρει να τα εξισορροπήσει μέσα στη μισάωρη διάρκεια του κάθε επεισοδίου της ώστε να τα αξιοποιήσει στο έπακρο.
Ορέστης Μαλτέζος