Οι γιατροί κατέληξαν ότι ο θάνατος του προήλθε από υπερβολική δόση ηρωίνης κι ότι επρόκειτο για ατύχημα. Δεν συμφώνησαν όλοι με αυτή την άποψη. Ο δημοσιογράφος Άλαν Πάκερ αποκάλυψε ότι η μητέρα του Σιντ, Αν Ρίτσι, παρείχε την τελευταία θανατηφόρα δόση στο γιο της. Όμως ανακάλεσε τη δήλωσή του και υποστήριξε ότι του είχαν πει ψέματα. Παρόλο που η Αν προσέφερε ναρκωτικά στον γιο της, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, δεν ήταν αυτή που προκάλεσε τον θάνατό του εκείνο το βράδυ.
Λίγες μέρες μετά, η μητέρα του Σιντ βρήκε στην τσέπη του αγαπημένου του δερμάτινου μπουφάν, ένα σημείωμα: «Είχαμε μια συμφωνία θανάτου και πρέπει να κρατήσω τον λόγο μου. Σας παρακαλώ να με θάψετε δίπλα στο μωρό μου. Θέλω να με θάψετε με το δερμάτινο μπουφάν μου, το τζιν και τις μπότες μου. Αντίο».
Ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε η εγκυρότητα του σημειώματος, αλλά για πολλούς ο Σιντ αυτοκτόνησε, γιατί δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς την αγαπημένη του Νάνσι Σπάνγκεν. Η Νάνσι είχε πεθάνει 4 μήνες πριν, στις 12 Οκτωβρίου του 1978. Είχε μαχαιρωθεί στην κοιλιά και είχε πεθάνει από αιμορραγία. Όταν τη βρήκαν, στο δωμάτιο υπήρχε μόνο ο Σιντ, που κοιμόταν βαθιά. Ο βασικός ύποπτος για τη δολοφονία της, δεν ήταν άλλος απ’ τον Σιντ Βίσιους, ο οποίος πέθανε πριν προλάβει να γίνει η δίκη. Ο Σιντ και Νάνσι γνωρίστηκαν το 1977, λίγο καιρό αφότου ο Σιντ έγινε επισήμως μέλος του πανκ συγκροτήματος «The Sex Pistols».
Η Νάνσι ήταν ναρκομανής και παρείχε σεξουαλικές υπηρεσίες, για να βρει τα χρήματα για τη δόση της. Τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος την αντιπαθούσαν και έκαναν ότι μπορούσαν, για να την κρατήσουν μακριά απ’ τον Σιντ. Πίστευαν ότι ήταν πολύ κακή επιρροή κι ότι τον παρέσυρε στην ηρωίνη.
Ο Σιντ δεν έδωσε σημασία στις προειδοποιήσεις των φίλων του και η «κατρακύλα» συνεχίστηκε ακάθεκτη. Όταν οι Sex Pistols διαλύθηκαν, στις 14 Ιανουαρίου του 1978, η Νάνσι ανέλαβε να προωθήσει τη σόλο καριέρα του Σιντ. Ο Βίσιους ήταν ήδη ένας από τους εκπροσώπους της πανκ σκηνής.
Ποιος μαχαίρωσε τη Νάνσι;
Το πτώμα της Νάνσι βρισκόταν στο μπάνιο. Φορούσε μόνο μαύρα εσώρουχα και είχε μια πληγή από μαχαίρι στο κάτω μέρος της κοιλιακής χώρας. Τα άσπρα πλακάκια του μπάνιου είχαν γίνει κατακόκκινα απ’ το αίμα. Όταν έφτασε η αστυνομία, ο Βίσιους ακούστηκε να λέει: «Τη σκότωσα… δε μπορώ να ζήσω χωρίς αυτή. Έπεσε πάνω στο μαχαίρι μου». Το μαχαίρι του Σιντ ήταν πράγματι αυτό που είχε σκοτώσει τη Νάνσι. Ο Σιντ ήταν ο μόνος ύποπτος για τη δολοφονία. Άλλωστε, δεν θα ήταν η πρώτη φορά που ξυλοκοπούσε άνθρωπο. Συνήθιζε να μπλέκεται σε καυγάδες, να επιτίθεται σε κόσμο απρόκλητα. Είχε χτυπήσει και τη Νάνσι ορισμένες φορές. Η κατάθεσή του άλλαζε συνέχεια. Είπε ότι είχαν μαλώσει εκείνη τη νύχτα κι ότι τη μαχαίρωσε, αλλά δε σκόπευε να τη σκοτώσει. Μετά υποστήριξε ότι δε θυμόταν τίποτα. Στο τέλος ανέφερε ότι η Νάνσι έπεσε πάνω στο μαχαίρι του.
Οι γνωστοί του ζευγαριού δεν πίστευαν ότι ο Σιντ είχε σκοτώσει τη Νάνσι. Είχαν ακούσει τον Βίσιους να λέει ότι ήθελε να την παντρευτεί και θεωρούσαν ότι αν τη μαχαίρωσε, ήταν ατύχημα. Πολλοί θεωρούν ότι ο δολοφόνος ήταν κάποιος άλλος ένοικος του ξενοδοχείου, που τη σκότωσε όσο ο Σιντ κοιμόταν. Όταν η Νάνσι είχε έρθει στο ξενοδοχείο το προηγούμενο βράδυ, κουβαλούσε μαζί της πολλές χιλιάδες δολάρια. Το επόμενο πρωί τα χρήματα είχαν εξαφανιστεί.
Δημοσιογράφος: Τι πιστεύεις το έκανε να συμβεί;
Σιντ Βίσιους: Ήταν γραφτό να συμβεί. Η Νάνσι είχε πει ότι θα πεθάνει πριν γίνει 21 ετών.
Δημοσιογράφος: Τι θα ήθελες να γίνει τώρα, μέσα στα επόμενα ένα-δύο χρόνια;
Σιντ Βίσιους: Θέλω να περάσω ωραία.
Δημοσιογράφος: Με ποιον τρόπο;
Σιντ Βίσιους: Με οποιονδήποτε τρόπο. Απλά θέλω να περάσω ωραία. Αυτός είναι ο σκοπός της ζωής μου.
Δημοσιογράφος: Περνάς ωραία τώρα;
Σιντ Βίσιους: Πλάκα κάνεις; Όχι, δεν περνάω καθόλου ωραία.
Δημοσιογράφος: Πού θα ήθελες να είσαι;
Σιντ Βίσιους: Κάτω απ’ το έδαφος.
Δημοσιογράφος: Σοβαρολογείς;
Σιντ Βίσιους: Ναι….