Τι θέλει ένας άνθρωπος που έχει δυο μέρες πυρετό;
Τους Cure του, να ισιώσει.
Είχα ορκιστεί στον εαυτό μου, ότι ακόμα και με 40 πυρετό, αυτό το Live δεν θα το έχανα και ας το έβλεπα όλο, δίπλα στους εθελοντές του Ερυθρού Σταυρού, ημιλιπόθυμη. Και μπράβο μου που δεν πτοήθηκα από τον πυρετό και πήγα. Όχι και μπράβο μου. Cureυτηκα φίλοι μου. Σήμερα νοιώθω ήδη άλλος άνθρωπος.
Βασικά, οι Cure απέδειξαν χθες, γιατί είναι η καλύτερη goth rock μπάντα εδώ και 45 – σχεδόν – χρονια. Διόμισι ώρες δεν σταμάτησαν για να πάρουν ούτε ανάσα (κι ας είναι στα εξηνταφεύγα πλέον σχεδόν όλοι ), έπαιζαν άνετοι συνεχόμενα την μία κομματάρα μετά την άλλη ενώ εμείς απλά κοπανιόμασταν και νομίζαμε ότι θα πάθουμε αναρρόφηση στο τέλος.
Από νωρίς ξεκίνησε να μαζεύεται κόσμος και από την αρχή φαινόταν πως μάλλον θα είμαστε πολλές χιλιάδες άρρωστοι όλων των ηλικιών και διαφόρων «ειδών». Από πιτσιρίκια που ξεμυτάνε στα πρώτα τους live, γκοθάδες ( λάτρεψα ), ζευγαρια με μωρά, κόσμο μεγάλης ηλικίας που χοροπήδαγε χειρότερα από εμάς, μέχρι και τον πρωην διευθυντή μου (?!!). Δεν ξέρω γιατί, αλλά εμένα μου θύμισε εποχές από το παλιό Πασόκ- το ορθόδοξο- που ο κόσμος είχε λεφτά για να μπορεί να δώσει 55 ευρώ για ένα live και 4,5 ευρω για ένα ποτήρι μπύρα – αλήθεια τώρα? Ταίριαζε και ηλικιακά άλλωστε.
Ομολογώ πως τα support δεν άγγιζαν και τόσο τους Cure, εως καθόλου, ώστε να σε προετοιμάσουν μουσικά για αυτό που ακολούθησε, αλλά στις 10.30 που είδα επάνω στη σκηνή αυτό το αγόρι με τα μάτια – τα βαμμενα- τα μελιά, τους είχα ξεχάσει κιόλας.
Και ξεκινάει το “Plainsong” και δώστου “Pictures of you” και πάμε “Lovesong” (αυτά μας τα κεράσανε τόσο νωρίς που ανησύχησα για το τι έρχεται και δικαιώθηκα) και άλλα από το άλμπουμ «Disintegration» που έχει γίνει και 30 χρονών πιά, για να φτάσουμε στο encore – εγώ κάπου εκεί νόμιζα ότι έχω ανεβάσει πυρετό, δεν πίστευα ότι το ζω- όπου μας έστειλαν απλά σε άλλη διάσταση με τα “Lullaby”, “Τhe Caterpillar”, “Close to me”, “Friday I’m in Love” ( εγώ και Τετάρτη αγάπησα κύριε ΡΟΜΠΕΡΤ ΜΟΥ), για να κλείσουν με το “Boys Don’t Cry”.
‘Οχι κύριε Ρόμπερτ μου και τα αγόρια κλαίνε κι εγώ κλαίω που τελέιωσε το live και μην ξεχνάς, όταν μας χαιρέτησες, ότι μου έταξες πως θα ξανάρθεις. Και είναι γνωστό σε παροιμία εδώ στην Ελλάδα, πως σε Άγιο, παιδί και στη Γεωργαλή σου, δεν τάζεις.
Ευτυχως βεβαια που τράβαγε και ο Βασίλης κανένα video, γιατί εγώ είχα πάθει τέτοιο εκστασιασμό, που ούτε μπύρα δεν μπορούσα να κρατήσω.